Η διδασκαλία της Εκκλησίας δεν προήλθε από στοχασμούς σπουδαίων ανδρών περί Θεού και ανθρώπου. Προηγείται η έλλαμψη στη καρδιά του ακηράτου φωτός της θεογνωσίας, και μετά τη διάνοιξη των οφθαλμών της διανοίας έρχεται η κατανόηση των ευαγγελικών κηρυγμάτων. Έχουμε να κάνουμε με μια εμπειρική επιστήμη. Όπως τονίζει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: "δέν μπορούν όλοι να φιλοσοφούν περί Θεού", αλλά μόνο, "οι εξητασμένοι και διαβεβηκότες εν θεωρία, και προ τούτων και ψυχήν και σώμα κεκαθαρμένοι, ή καθαιρόμενοι, το μετριώτατον", δηλαδή οι καθαροί στη ψυχή και το σώμα ή τουλάχιστον και όσοι βρίσκονται στη διαδικασία αυτής της κάθαρσης.
Ισχύει ότι και σε όλες τις επιστήμες που μελετούν το τετραδιάστατο χωροχρονικό συνεχές, το λεγόμενο υλικό κόσμο, και τα φαινόμενά του. Η Αγία Γραφή δεν είναι απλώς το βιβλίο των βιβλίων φορτωμένο με ένα μαγικό αλάθητο. Είναι το βασικό εγχειρίδιο της ιατρικής του ανθρώπου επιστήμης. Δεν έχει λάθος σε όσες πληροφορίες έχουν να κάνουν με αυτά που πρέπει να ξέρουμε για να σωθούμε. Όπως και ένα σύγγραμμα ιατρικής, μπορεί να έχει λάθη ορθογραφικά ή σε πληροφορίες περί γεωγραφίας, φυσικής, αστρονομίας, παλαιοντολογίας κ.λ.π. Σε αυτές τις περιπτώσεις εκφράζει απλώς τις απόψεις της εποχής του συγγραφέα. Δηλαδή ο άγιος δέχεται την αποκάλυψη, βλέπει τα άρρητα ρήματα και μετά προσπαθεί, χρησιμοποιώντας το μυαλό του και τις γνώσεις της εποχής του, να μιλήσει σε τυφλούς για το πράσινο, το κόκκινο, το κίτρινο. Στην ουσία προσπαθεί να μας πει ότι υπάρχει δυνατότητα να δούμε· ότι το να είμαστε τυφλοί δεν είναι φυσιολογικό, όπως νομίζουμε, και ότι υπάρχει μια συγκεκριμμένη μέθοδος πού, αν την ακολουθήσουμε, θα θεραπευτούμε. Εκτός αυτού τα λόγια της Γραφής και των αγίων είναι ρήματα ζωής αιωνίου, κουβαλάνε τη ζωή και θεραπεύουν.
Οι γραφές λοιπόν μας μαθαίνουν όλα αυτά που πρέπει να ξέρουμε για να σωθούμε. Να σωθούμε όχι εσχατολογικά, να πάρουμε δηλαδή το εισιτήριο για τον παράδεισο (θά γίνει ίσως κι’ αυτό), αλλά εδώ, στο νυν αιώνα, σώζομαι, γίνομαι σωστός, υγιής. Ενώ βρίσκομαι σε λάθος κατάσταση, σε λάθος κατεύθυνση, είμαι άρρωστος· θεραπεύομαι, βρίσκω τη σωστή κατεύθυνση, επανέρχομαι στη σωστή κατάσταση, περνάει κανείς από το θάνατο στη ζωή, γίνεται σκεύος εκλογής, βιώνει την ανάσταση. Η Βασιλεία του Θεού δεν αναφέρεται μόνο στην άλλη ζωή. Αυτό το απομόνωσαν στη Δύση το Μεσαίωνα για να χειραγωγούν και να καταδυναστεύουν τους ανθρώπους. Τους ενδιέφερε να γίνουν κράτος εν κράτει, απλώς να έχουν και να ασκούν ανθρώπινη δύναμη και εξουσία· γι’ αυτό χρειάζονταν χρήματα, πολλά χρήματα, συγχωροχάρτια. "Ελθέτω η Βασιλεία Σου". Τί ζητάμε δηλαδή να πεθάνουμε μια ώρα αρχύτερα; Ο Κύριος μας δίδαξε να ζητάμε να μας δοθεί να βιώσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών από το νυν αιώνα. Είναι εντολή του Χριστού να ζητάμε και να παρακαλάμε να ζήσουμε την θέωση από αυτή μας την επίγεια ζωή σε ατομικό και σε κοινωνικό επίπεδο.
Ας διαβάσουμε το αποστολικό ανάγνωσμα της ακολουθίας του γάμου ως θεραπευτικό κειμένο γραμμένο από κάποιο έμπειρο γιατρό. Από τους δεκατέσσερις στίχους του αναγνώσματος οι δύο πρώτοι απευθύνονται και στους δύο, οι επόμενοι τέσσερεις στη γυναίκα και οι τελευταίοι οκτώ στον άνδρα. Εκεί τέσσερις φορές ζητάει από τον άνδρα να αγαπάει τη γυναίκα του και μόλις στο τέλος του τελευταίου στίχου του αναγνώσματος, τον 33ο του Ε' κεφαλαίου προς Εφεσίους απευθύνεται στη γυναίκα με το τόσο γνωστό και παρεξηγημένο "η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα".
Από τον άνδρα ζητάει να αγαπάει την γυναίκα. Μετά την πτώση κυριαρχεί η φθορά και ο θάνατος. Καταντήσαμε να ζούμε σαν τα ζώα. Κυριαρχείται και καταδυναστεύεται ο άνθρωπος, η εικόνα του Κυρίου, από τα ένστικτα. Στη φύση βλέπουμε ότι το θηλυκό έχει έμφυτη την αγάπη και τη στοργή. Θεωρεί ο αποστόλος δεδομένη την αγάπη στη γυναίκα, δεν της ζητά να αγαπάει τον άνδρα της. Την προτρέπει να τον φοβάται δηλαδή.... να τον σέβεται. Αλλά καταχρηστικώς, ας χρησιμοποιήσουμε την λέξη με την σημερινή έννοια της. Δηλαδή να φοβάται μήπως εκείνος εκμεταλλευτεί την αγάπη της. Να φοβάται μήπως εκείνη εκμεταλλευτεί την αγάπη της· μήπως από την πολλή της την αγάπη φέρεται αδιάκριτα, με παρρησία, άθελά της τον προσβάλλει, γενικά υπερβάλλει και σβήνει και τη λίγη αγάπη που τυχόν έχει ο άντρας της· "ουδέν ούτω διαλύειν αγάπην ως η παρρησία, πέφυκε, και μίσος εργάζεσθαι" (Κλίμακα) “Φόβου γαρ καθ' εαυτήν κεχωρισμένη η αγάπη εις καταφρόνησιν πέφυκεν ως τα πολλά μεταπίπτειν, μη οίον στομουμένης φόβω της εξ αυτής τικτομένης φυσικώς παρρησίας” (άγιος Μάξιμος).
Πολύ βαρύτερη λοιπόν η ασθένεια του άνδρα. Πολύ ισχυρότερο το φάρμακο που του δίνει. Αγάπα, αγάπα, αγάπα, αγάπα!!! Κανονικά θα έπρεπε να αισθάνονται οι άνδρες προσβεβλημένοι από το ανάγνωσμα· δηλαδή τί, είναι πέτρες ψυχρές και παγερές, δεν έχουνε καθόλου αγάπη; Διαβάζουμε όμως τα κείμενα της Εκκλησίας χωρίς να γνωρίζουμε τις προϋποθέσεις της και τα παρεξηγούμε. Τα καταλαβαίνουμε κοινωνικά και εκεί ακριβώς που υπάρχει τιμή εμείς βλέπουμε υποτίμηση. Πατάει το πόδι η ελαφρόμυαλη, τρώει τη σφαλιάρα και διαλύεται ο γάμος πριν καλά καλά αρχίσει.
Η δε γυνή ίνα φοβήται τον άνδρα. Δύο στο τετράγωνο ίσον τέσσερα "αγάπα" για τον άνδρα. Χωρίς φιλαυτία, όχι προς ίδιον τέλος, όχι από συμφέρον, για καλοπέραση, αλλά με την αγάπη που "ου ζητεί τα εαυτής". Τέσσερα αγάπα για τον άνδρα και ένα φοβού για τη γυναίκα. Αγάπη μετά φόβου καί, όταν έρθη με το καλό η αγάπη που έξω βάλλει το φόβο, η αγάπη που ουδέποτε πίπτει, αγάπα και κάνε ό,τι θέλεις.