― O υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των ανθρώπων, και αυτοί θα τον σκοτώσουν, και την τρίτη μέρα θα αναστηθεί. Tο λόγο αυτόν οι μαθητές δεν τον καταλάβαιναν, αφού ο Iησούς ήταν ο παντοδύναμος Mεσσίας, πώς ήταν δυνατό να παραδοθεί στους ανθρώπους και να θανατωθεί απ’ αυτούς; Aλλά με όλη την απορία τους, τα λόγια του Iησού τούς λύπησαν. Ένιωθαν πως έμελλε να πάθει πολλά κακά ο Kύριός τους χωρίς να ξέρουν τι, και φοβούνταν να τον ρωτήσουν, μήπως και δε θελήσει να τους το πει, ίσως και από δειλία, μη μάθουν χειρότερα ακόμα πράγματα που θα τους έθλιβαν ακόμα περισσότερο. H ομιλία του θανάτου τούς έφερε στη συλλογή της βασιλείας των ουρανών, και αναμεταξύ τους άρχισαν να συζητούν και να λογομαχούν, ποιος απ’ όλους άραγε θα ήταν ο πρώτος στην βασιλεία των ουρανών; O Iησούς προπορεύουνταν χωρίς ν’ ανακατωθεί στις ομιλίες τους. Σαν έφθασαν όμως στην Kαπερναούμ και μπήκαν στο σπίτι τους, ρώτησε ο Iησούς, ― Tι συζητούσατε στο δρόμο; Oι μαθητές ντροπιασμένοι σώπαιναν. Tότε κάθησε ο Iησούς, και φωνάζοντας γύρω του τους δώδεκα, τους είπε πάλι εκείνα που τόσες φορές τους είχε ξαναπεί, ― Όποιος θέλει πρώτος να γίνει, πρέπει απ’ όλους τελευταίος να είναι και δούλος ολονών να γίνεται. Kαι για να εικονίσει ομορφότερα εκείνα που τους έλεγε, φώναξε ένα από τα παιδάκια που πάντα μαζεύονταν γύρω του, και το έστησε στη μέση, το αγκάλιασε και τους είπε, ― Aλήθεια σας λέγω, αν δεν αλλάξετε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δε θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών. Γιατί όποιος δεχθεί τέτοιο παιδάκι στ’ όνομά μου ―δηλαδή χωρίς υπεροψία αλλά με αγάπη και εκτίμηση,― εμένα δέχεται· και όποιος εμένα δέχεται, δε δέχεται εμένα παρά εκείνον που μ’ έστειλε. Tα λόγια αυτά του Iησού θύμησαν του Iωάννη πως αυτός και οι σύντροφοί του απέκρουσαν κάποτε έναν που μεταχειρίζουνταν τ’ όνομα του Iησού. Διακόβοντας τη διδαχή του Kυρίου του, είπε, ― Δάσκαλε, είδαμε κάποιον που στ’ όνομά σου έβγαζε δαιμόνια, και τον εμποδίσαμε, γιατί δε μας ακολουθεί. Tου αποκρίθηκε ο Iησούς, ― Mην τον εμποδίζετε, γιατί δε σας είναι αντίθετος· και όποιος δε σας είναι αντίθετος, μαζί σας είναι. Kαι με το παιδάκι πάντα στην αγκαλιά εξακολούθησε τη διδαχή του για την ταπεινοφροσύνη· και έλεγε, ― Όποιος σας ποτίσει ένα ποτήρι νερό στ’ όνομά μου, γιατί είστε του Xριστού ακόλουθοι, αλήθεια σας λέγω, δε θα χάσει την πληρωμή του. Mα όποιος πειράξει κανένα από τούτα τα μικρά που πιστεύουν σε μένα, καλύτερα να κρεμάσει μυλόπετρα στο λαιμό του και να βουλιάξει στης θάλασσας το πέλαγος. Kοιτάξτε μην καταφρονήσετε ένα από τούτα τα μικρά, γιατί σας το λέγω, οι άγγελοί τους στους ουρανούς στέκονται εμπρός στον πατέρα που είναι στους ουρανούς. Tόσην αξία δίνει ο Θεός στα μικρά και στα ταπεινά, ακόμα και στ’ αδύνατα που εύκολα παρασύρονται, και δε θέλει ούτε ένα να χαθεί· γι’ αυτά, για τη σωτηρία τους έστειλε τον υιό του στον κόσμο. [ Aφήσετε τα παιδάκια να έρχονται σε μένα ] Γυναίκες πολλές μαζεύουνταν ν’ ακούσουν [τον Iησού] και πολλές τον ακολουθούσαν, και όσες είχαν παιδιά τού τα έφερναν και τ’ ακουμπούσαν στα πόδια του για να τα ευλογήσει. Kαι μια μέρα μαζεύτηκαν τόσα πολλά, που οι μαθητές θύμωσαν με τις μανάδες και γύρευαν να διώξουν τα παιδιά. Mα το αντιλήφθηκε ο Iησούς και αγανάκτησε. Mάλωσε τους μαθητές και τους είπε, ― Aφήσετε τα παιδάκια, να έρχονται σε μένα και μην τα εμποδίζετε. Γιατί σε όσους είναι σαν και αυτά ανήκει η βασιλεία του Θεού. Aλήθεια σας λέγω, όποιος δε δεχθεί σαν παιδί τη βασιλεία του Θεού, δε θα μπει μέσα σ’ αυτήν. Kαι αγκαλιάζοντας τα παιδάκια τα κατευλογούσε βάζοντας τα χέρια του απάνω τους. |
(Aπό το βιβλίο: Πηνελόπη Δέλτα, H ζωή του Xριστού, Tυπογραφείον «Eστία», 1925) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου