«Ὅταν ἀγαπᾶτε μόνο ἐκείνους πού σᾶς ἀγαποῦν τί τό σπουδαῖο κάνετε;» Μπορεῖτε νά παρουσιάσετε αὐτό τό ἔργο σας, αὐτή τήν διάθεσή σας στόν Θεό, γιά νά τοῦ ζητήσετε ἀμοιβή; Μήπως δέν τό κάνουν αὐτό καί ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι; Οἱ ἄνθρωποι τοῦ ὑποκόσμου, οἱ σωματέμποροι, οἱ ληστές, οἱ λωποδύτες;
Θέλετε νά εἶστε ἀληθινοί δοῦλοι τοῦ Θεοῦ;
Νά δανείζετε ἐκείνους πού ἅμα τούς δώσετε, ὑπάρχει κίνδυνος νά τά χάσετε, γιατί δέν ἔχουν. Νά βοηθᾶτε ἐκείνους πού δέν θά σᾶς τό ἀνταποδώσουν. Καί νά ἀγαπᾶτε, ὄχι μόνο τούς ἀνθρώπους πού δέν ὑπάρχει πιθανότητα νά σᾶς κάμουν κακό, ἀλλά καί ἐκείνους γιά τούς ὁποίους εἶστε σίγουροι ὅτι εἶναι ἐχθροί σας.
Ἄν θέλετε νά εἶστε καλοί, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, νά ἀγαπᾶτε, νά πιέζετε τόν ἑαυτό σας νά ἀγαπᾶτε, ἐκείνους πού σᾶς χτυπᾶνε στά νεῦρα. Ἐκείνους πού ὅταν τούς βλέπετε, σᾶς ἀναταράζουν. Ἐκείνους πού τούς θεωρεῖτε ὕποπτους καί ἐπικίνδυνους γιά τήν ζωή σας. Ἄν τό κάνετε θά ἔχετε, ἐπιτύχει ἕνα μεγάλο πράγμα. Θά εἴσαστε ὅμοιοι μέ τόν Πατέρα σας τόν Ἐπουράνιο. Πού ἀνατέλλει τόν ἥλιο καί γιά τούς καλούς καί γιά τούς κακούς. Καί βρέχει καί γιά τούς δικαίους καί γιά τούς ἀδίκους.
Ἅμα προσπαθεῖτε νά ἔχετε ἀγάπη πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους τότε θά γίνετε τέλειοι, γιατί θά μοιάζετε μέ τόν Θεό. Καί ὁ μισθός σας θά εἶναι μεγάλος «ἐν τοῖς οὐρανοῖς», δηλαδή στόν παράδεισο. Αὐτό πού τώρα ἀποκτήσατε, νά εἴσαστε ὅμοιοι μέ τόν Θεό στήν καλωσύνη, θά γίνει ἀφορμή μεγάλης δόξης καί μεγάλου μισθοῦ.
Αὐτά τά λόγια ἄς προσπαθήσουμε νά τά ἐξηγήσουμε μέ ὁρισμένα παραδείγματα. Γιατί εἶναι «τό Εὐαγγέλιο» τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔλεγε συνεχῶς: «Ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Καί ὅταν ἔλεγε «ἀλλήλους», δέν ἐννοοῦσε μόνο «τόν γείτονα καί τόν φίλο σας». Ἀλλά ὅποιον ἄνθρωπο βρεθεῖ μπροστά σας, μέσα στήν ζωή σας, νά τόν ἀγαπᾶτε. Ἔστω καί ἄν εἶναι Σαμαρείτης, ἔστω καί ἄν εἶναι ἐχθρός σας. Καί νά γίνεστε «πλησίον του». Νά σπεύδετε νά ἀνταποκριθεῖτε σέ ὅ,τι χρειάζεται.
Μήν τρέχουμε μακρυά γιά νά δείξουμε ἀγάπη
Ἄς μήν πᾶμε, ὅμως πολύ μακριά, στούς ἐχθρούς μας. Ἄς ξεκινήσουμε πρῶτα ἀπό τούς ἐντελῶς δικούς μας.
Ἔχουμε μερικές περιπτώσεις. Ἕνας νεαρός γνωρίζει μιά κοπέλα. Τήν ἀγαπάει, τήν θεωρεῖ ὅτι θά γίνει ἡ πηγή τῆς μεγαλύτερής του εὐτυχίας. Καί ἡ κοπέλα τό ἴδιο πιστεύει.
Παντρεύονται καί κάνουν οἰκογένεια. Ἀλλά μετά ἀπό λίγο καιρό, ἐπειδή ὁ ἕνας ἔχει τά νεῦρα του, ὁ ἄλλος τόν χαρακτήρα του καί ξεφυτρώνουν ὁρισμένες παραξενιές, ἀρχίζει ἡ γκρίνια. Καί ἐκεῖνος πού πρίν ἀπό λίγο ἦταν ἄγγελος τοῦ Θεοῦ, πηγή εὐτυχίας, τώρα ἀρχίζει νά φαίνεται διάβολος. Καί πιστεύει ὁ ἄλλος ὅτι ἀτύχησε καί δυστύχησε. Καί ὅτι ἔτσι θά χαραμιστεῖ ἡ ζωή του.
Μά ὑπάρχει ἄνθρωπος πού ἔχει τόν ἴδιο χαρακτήρα μέ ἄλλον; Ὑπάρχουν δυό ἄνθρωποι στόν κόσμο ὁλόκληρο πού ἔχουν τήν ἴδια συμπεριφορά, πού ἔχουν τήν ἴδια στιγμή τά νεῦρα τους; Πού ἔχουν τίς ἴδιες τάσεις καί τίς ἴδιες παραξενιές;
Ἅμα δέν μάθεις, ἀδελφέ μου, νά ἀγαπᾶς ἐκεῖνον πού σέ χτυπάει στά νεῦρα καί ἅμα δέν ξεκινᾶς νά ἀγαπᾶς τό πρῶτο καί τό κοντινότερο πρόσωπο πού ἔχεις στόν κόσμο αὐτό καί δέν ἀγωνιστεῖς νά κατανοήσεις τίς ἰδιοτροπίες του, τίς παραξενιές του, τίς ἀτέλειές του, τά νεῦρα του, πῶς θά πεῖς ὅτι ἔχω ἀγάπη ἔστω ἕνα κουκουτσάκι;
Ἄς κάνουμε, λοιπόν, τό πρῶτο βῆμα. Νά κατανοοῦμε τούς ἀνθρώπους, πού ἔχουμε μέσα στό σπίτι μας. Τήν πεθερά μας, τήν μητέρα μας, τόν πατέρα μας, τά παιδιά μας. Νά ξέρουμε νά ξεχωρίζουμε, πότε ἐνεργοῦμε, σάν πατέρας καί σάν μητέρα, παιδαγωγικά γιά νά διορθώσουμε τά παιδιά μας καί πότε νευριάζουμε ἀπό τόν κακό μας χαρακτήρα καί ἀπό ἔλλειψη ἀγάπης. Ὅλη μας ἡ ζωή πρέπει νά εἶναι κυριαρχημένη ἀπό τήν ἀγάπη, πολύ περισσότερο μέσα στό σπίτι μας.
Μιά κοπέλα εἶχε παντρευτεῖ ἕνα σπουδαῖο νέο. Πέρασαν μερικά χρόνια κυριολεκτικά εὐτυχισμένοι. Ἀλλά μετά ὁ ἄνθρωπος αὐτός, νέος, λεβεντόπαιδο, ἀρρώστησε· ἔπεσε στό κρεβάτι κατάκοιτος. Ὁ κόσμος ἔλεγε, γι’ αὐτήν: «Ταλαίπωρη, δυστυχισμένη. Χαραμίστηκε ἡ ζωή της».
Καί ξέρετε τί τῆς ἔλεγαν; Νά φροντίσει νά τόν διώξει. Νά πάρει διαζύγιο, γιατί εἶναι πολύ νέα ἀκόμα. Νά παντρευτεῖ πάλι, γιά νά κάνει τήν ζωή της.
Ἐκείνη ἀπάντησε τά ἑξῆς θαυμάσια λόγια:
«Αὐτόν μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ὅπως μοῦ ἔδωσε ἕνα πατέρα καί δέν μπορῶ νά κάνω ἐκλογή ἄλλου. Καί ὅπως μοῦ ἔδωσε μιά μητέρα καί δέν μπορῶ νά κάνω ἐκλογή ἄλλης μητέρας. Αὐτήν ἔχω. Αὐτή μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός.
Ἔτσι καί ἕναν ἄντρα μοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ὅσο ἦταν, ὑγιής, δούλευε, ἔφερνε τά ἀγαθά του, εἶχε τήν λεβεντιά του, ἦταν καλός; Καί τώρα πού ἀρρώστησε εἶναι κακός; Μ’ αὐτόν θά πεθάνω. Ἔκανε τόν σταυρό της καί ἔλεγε: «Τότε χαιρόμουν τά ἀγαθά του, τώρα θά χαρεῖ ἐκεῖνος τά ἀγαθά μου. Θά χαρεῖ τήν καλωσύνη μου καί τήν ἀγάπη μου».
Καί στεκόταν, ἀπό τό πρωί μέχρι τό βράδυ ἀπό πάνω του, ἐκτός ἀπό ὧρες πού ἦταν σε δουλειές, γιά νά τόν βοηθεῖ καί νά τόν παρηγορεῖ!
Θαυμαστό πράγμα. Θέλει κανείς νά τό ἀκούει καί νά τό βλέπει. Δέν ὑποδουλώθηκε ἡ γυναίκα αὐτή στήν ἐσωτερική τάση τοῦ ἀνθρώπου, πού θέλει χαρά, γλέντι, χορό καί τραγούδι γιά νά νομίσει τήν ζωή του εὐτυχισμένη. Ἀλλά τί εἶπε;
«Ἡ ζωή εἶναι καθῆκον· καθῆκον ἀγάπης, καλωσύνης, στοργῆς!»
Πρίν ἀπό χρόνια, στό Νοσοκομεῖο τῆς πόλης μας ἦταν κατάκοιτος χρόνια ὁλόκληρα ἕνας νεαρός. Σέ ἡλικία 18 χρονῶν χτύπησε μέ τό μηχανάκι του. Ἔσπασε τά πλευρά του ὅλα, ἔσπασε τό κεφάλι του, χάλασε τήν σπονδυλική στήλη, ἔσπασε τά κόκκαλα τῶν ποδιῶν του. Καί βρέθηκε, ὁ νεαρός τῶν 18 χρονῶν, πάνω σέ ἕνα κρεβατάκι περίπου φυτό· μόνο πού καταλάβαινε. Καταλάβαινε! Δέν μποροῦσε νά μιλήσει, δέν μποροῦσε νά κινήσει κανένα μέλος τοῦ σώματός του. Ἔτρωγε λιγάκι καί συνεχῶς κατέρρεε.
Γιά τέσσερα χρόνια ὅταν πήγαινα ἐπίσκεψη σ’ αὐτό τό Νοσοκομεῖο, ἔβρισκα πάντα δίπλα του τόν πατέρα του. Πιό πολύ συγκίνηση ἀπό τήν κατάσταση τοῦ παράλυτου νεαροῦ, μοῦ προκαλοῦσε ἡ καλωσύνη τοῦ πατέρα του, πού μοῦ ἔλεγε:
–Τό παιδί μου ὅταν μένει μόνο παθαίνει κατάθλιψη, στενοχωρεῖται. Βλέπει τήν κατάστασή του καί κλαίει. Ὅταν εἶμαι κοντά του χαμογελάει. Ἔρχομαι καί κάθομαι κοντά του, ὅσο μπορῶ περισσότερο, γιά νά χαμογελάει. Θά πεθάνει, τό ξέρω. Ἀλλά ὅσο γίνεται νά ἔχει εὐχαριστηθεῖ. Καί νά πεθάνει τουλάχιστον ἀπό μένα, εὐχαριστημένο.
Ἀγάπη, ἀγάπη, γιά ἀγάπη πάσχει ὁ κόσμος. Μόνο ἡ ἀγάπη τρέφει τίς καρδιές, τίς ψυχές, ἱκανοποιεῖ τόν ἄνθρωπο ὁλόκληρο. Γιατί ὁ πατέρας ὅταν στεκόταν κοντά στό παιδί του, δέν θεωροῦσε τόν ἑαυτό του δυστυχισμένο. Ἀλλά αἰσθανόταν ἀνακούφιση καί χαρά, πού ἔκανε τό παιδί του νά χαμογελάει.
Χρειάζεται καί καμιά πονηριά στήν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης
Τί θέλουμε νά ποῦμε μέ αὐτό; Ἔχετε προσέξει ἕνα μυστήριο πού ἔχει κρύψει, ὁ Δημιουργός μας Θεός, μέσα μας; Κάνουμε ἕνα κακό, τό ὁποιοδήποτε κακό, πού ἔστω μᾶς γεμίζει τήν τσέπη, ἤ μᾶς κάνει νά εὐφραινόμαστε στήν σάρκα μας ἤ καί στήν ψυχή μας, τήν κακούργα, γιατί φερθήκαμε ἐγωιστικά καί ταπεινώσαμε ἕναν ἄνθρωπο. Ἀλλά μετά αἰσθανόμαστε ἕνα παράξενο σφίξιμο. Καί μένουμε κατσούφηδες. Τό κακό ἡ ψυχή μας δέν τό θέλει καί διαμαρτύρεται. Ἔστω καί ἄν λέμε πώς εἴμαστε ἄθεοι καί ἔχουμε ρίξει τά ταμπού καί δέν πιστεύουμε τίποτα.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: Προσέξατε. Ὁ Χριστός δέν φρόντισε νά κάνει τό γοῦστο του ὅταν ἦταν στήν ἐπίγειο ζωή Του. Δηλαδή, νά ἀγαπάει μόνο ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦσαν. Ἀλλά τί ἔκανε; Ὑπέμενε γιά χάρη μας. Γιά νά μᾶς σώσει. Ὑπέμεινε βρισιές, ταπεινώσεις, ἐξευτελισμούς, Σταυρό καί θάνατο! Ὑπέμεινε τά πάντα. Γιατί; Γιά νά βάλλει μέσα στήν ζωή μας τό ἰαματικό φάρμακο τοῦ ἐλέους τῆς Διδασκαλίας Του, τοῦ παραδείγματός Του, καί προπαντός τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του, πού τά τρῶμε καί ἀποκτᾶμε τήν αἰώνια Ζωή.
Καί μᾶς ἔλεγε: «Δέν ἔχουν ἀνάγκη οἱ γεροί ἀπό γιατρό, ἀλλά οἱ ἄρρωστοι». Βλέπεις τόν ἀδελφό σου, τήν γυναίκα σου, τό παιδί σου, τόν ἄντρα σου, τόν πατέρα σου, ἄρρωστο; Ὅσο πιό ἄρρωστος εἶναι, τόσο πιό πολύ ἔχει ἀνάγκη ἀπό τήν φροντίδα σου. Μά δέν θέλει τό φάρμακο; Καί ἐσύ θά τόν ἀφήσεις νά μήν τό πάρει; Ἤ θά μετέλθεις τοῦ κόσμου τίς πονηρίες, γιά νά τόν καταφέρεις νά πάρει τό φάρμακο γιά τό καλό του; Καί θά ἀγρυπνήσεις δίπλα του. Καί θά κοπιάσεις μαζί του.
Ἅμα τόν ἐγκαταλείψεις, γιατί δέν ἔχει ὄρεξη γιά φαγητό καί θεραπεία, ἔχεις ἀγάπη; Ἤ λές μέσα σου: «δέν πάει νά πεθάνει νά ἡσυχάσω».
Βλέπεις πάλι τόν ἀδελφό σου ψυχικά ἄρρωστο. Ὅσο πιό πολύ ψυχικά ἄρρωστο τόν βλέπεις, τόσο πιό πολύ πρέπει νά κοπιάζεις κοντά του. Μέ ὑπομονή, μέ καλωσύνη, μέ κατανόηση, μέ ἀγάπη. Χωρίς νά παρεξηγεῖσαι, χωρίς νά θλίβεσαι. Μετερχόμενος καί μερικές πνευματικές πονηρίες, γιά νά τόν βοηθήσεις, νά ἔρθει σέ συναίσθηση τοῦ κακοῦ πού κάνει, νά διορθωθεῖ, νά γίνει καλύτερος χριστιανός.
Τό πρῶτο καί τό κύριο χρέος πού ἔχουμε, εἶναι νά βοηθᾶμε τόν ἀδελφό μας, νά ἀποκτήσει διάθεση νά πάει κοντά στόν Χριστό. Γιατί τά ἁμαρτήματά του καί τό λάθος πού κάνει, δέν θά τό καταλάβει ποτέ, χωρίς τό φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριό μας, πού μᾶς δίδαξε τήν ἀγάπη νά μᾶς βοηθήσει νά ἔχουμε διάθεση νά δίνουμε ἀγάπη καί καλωσύνη σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Καί προπαντός πνευματικά. Γιατί ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη πού ἀνακουφίζει ὅλο τόν κόσμο. Ἀμήν.-
Μητροπολίτης Νικοπόλεως Μελέτιος (+),
Ὁμιλία στόν Ἀμμότοπο (2/10/1994)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου