Στίς σύγχρονες οικογένειες, εκεί μάλιστα οπού ή γυναίκα είναι εργαζόμενη, πολύ συχνά ή γιαγιά παίζει το ρόλο της δεύτερης μητέρας. Το ζευγάρι προτιμά, αντί να προσλάβει μια ξένη γυναίκα για να φυλάει τα παιδιά την ώρα της εργασίας, να αναθέτει στη μητέρα εϊτε του άντρα ε'ίτε της γυναίκας τη φροντίδα καί, ουσιαστικά, καί την ανατροφή των παιδιών.
Κι αυτό διότι οί πιο δημιουργικές ώρες για ένα παιδί είναι οι πρωινές, καθώς ξεκούραστο, μπορεί να χαρεί, να μάθει, να επικοινωνήσει.Οί γονείς επιστρέφουν στο σπίτι το μεσημέρι ή νωρίς το απόγευμα. Είναι αυτονόητη ή κόπωση τους, το άγχος αλλά καί ή δυσκολία της αυτοσυγκέντρωσης, ώστε να προτάξουν το παιδί σε σχέση με τον εαυτό τους. Ίσως είναι καί πάνω από τις δυνάμεις τους, ιδίως στην εποχή μας, όπου ή εργασία δεν είναι μόνο σωματική, αλλά κυρίως πνευματική, ενώ καί οί ανθρώπινες αντοχές πλέον είναι περιορισμένες.
Ή γιαγιά είναι ή δεύτερη μάνα. Αυτή απασχολεί το παιδί, το ταΐζει, το περιποιείται, του διαβάζει ιστορίες, του χαμογελά, θεραπεύει τις ανάγκες του. "Αν μάλιστα διατηρεί στην καρδιά της την ευλάβεια καί την αγάπη προς το Θεό καί την πίστη, τότε μπορεί να βοηθήσει το παιδί να ενστερνισθεί εκφράσεις ευσέβειας καί ζωντανής σχέσης με το Θεό, όπως ή προσευχή, ή προσφορά θυμιάματος, ή προσκύνηση των εικόνων, οί μετάνοιες, το σημείο του σταυρού, το άναμμα του καντηλιοϋ,ενώ ή ανάγνωση του Συναξαρίου με τους βίους των Άγιων, αποτελεί στάση ευαγγελισμού καί κατήχησης του νέου ανθρώπου.
Κανείς δε μπορεί να παραθεωρήσει αυτή την προσφορά. Δε λείπουν όμως καί τα προβλήματα, κυρίως στη σχέση του ζευγαριού με τη δεύτερη μάνα. Οί γιαγιάδες έχουν αδυναμία στα εγγόνια τους, με αποτέλεσμα να μην τα μαλώνουν, να τα παραχαϊδεύουν καί να τα συνηθίζουν σε ένα καθεστώς απόλυτης ελευθερίας. Συχνά έρχονται σε σύγκρουση με το ζευγάρι, Ιδίως όταν αυτό επιχειρεί να επιβάλει κανόνες καί όρια πειθαρχίας στο παιδί, μη επιτρέποντας στους γονείς να το μαλώνουν.
"Αλλοτε, οί γονείς εκμεταλλεύονται την παρουσία της γιαγιάς μέσα στο σπίτι, προκειμένου να προωθήσουν τη δική τους ζωή, την καριέρα, τη φιλοδοξία τους, τη διασκέδαση καί την εκτόνωση τους, την ανάγκη τους για κοινωνικότητα καί φιλίες, με αποτέλεσμα να παραμελούν καί το σπίτι καί τα παιδιά, όντας σίγουροι για την ασφάλεια τους καί με καθησυχασμένη συνείδηση ότι υπάρχει κάποιος να ασχοληθεί μαζί τους. Αυτή ή στάση οδηγεί τη γιαγιά στο να κουράζεται, να αγανακτεί μέσα της, ιδίως όταν αναγκάζεται να παραμελεί το δικό της σπίτι ή να φορτώνεται τις οικιακές δουλειές δύο σπιτιών, με αποτέλεσμα να εκλείπει ό ελεύθερος χρόνος καί ή ξεκούραση.
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει τη σημασία της παρουσίας της γιαγιάς στη σύγχρονη οικογένεια. Μόνο πού αυτή δε μπορεί να παρατείνεται πέρα από τα δύο ή -το πολύ- τρία πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού. Ή γιαγιά είναι κι αυτή άνθρωπος καί χρειάζεται το χρόνο να ασχοληθεί με τη σχέση με τον άντρα της, με τίς δικές της έργασίες, με το δικό της πρόγραμμα. Ό παρατεταμένος εγκλωβισμός στο σπίτι του νέου ζευγαριού τελικά προκαλεί περισσότερα προβλήματα, θυμούς καί προστριβές καί παύει σταδιακά να ωφελεί το εγγόνι,το οποίο εξαρτιέται από τη γιαγιά καί δεν ακούει τους γονείς, ενώ
αυτοί περιφρονούν το σημαντικότερο δώρο πού τους έχει δώσει ό Θεός: την ευκαιρία να γίνουν συνδημιουργοί, όχι φέροντας απλώς έναν άνθρωπο στον κόσμο, αλλά παλεύοντας να μορφωθεί σταδιακά αυτός σε μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα.
πρωτοπρεσβύτερου
Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Το Θέμα είναι Πολύ Ενδιαφέρον!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ Ωραίο το Κείμενο!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή