Aν η ανιδιοτελής προσφορά στο κοινωνικό σύνολο αποτελεί «πλούτο» ο ελβετός οδοντίατρος Ζουλιέν Γκριβέλ είναι πάμπλουτος. Από τα πρώτα κιόλας βήματά του ως οδοντίατρος στη Γενεύη αποφασίζει να θέσει εαυτόν στην υπηρεσία των Ελλήνων λεπρών. Ταξιδεύει επί 27 χρόνια δύο φορές το χρόνο για να χαρίσει ένα χαμόγελο στους χανσενικούς που νοσηλεύονται στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Νόσων στην Αθήνα. Εις πείσμα της προκατάληψης που απομονώνει τους λεπρούς ως επικίνδυνους ο Ζουλιέν Γκριβέλ τούς πλησιάζει για να αποκαταστήσει τη ζημιά στα δόντια τους, καθώς τα ακρωτιασμένα χέρια τους δεν μπορούν να τα πλύνουν. Στα αλλοιωμένα τους χαρακτηριστικά ανακαλύπτει την αληθινή ομορφιά, την εσωτερική...
Για την ανιδιοτελή προσφορά του βραβεύεται από την Ακαδημία Αθηνών... Μιλήσαμε μαζί του, μοιραστείτε αυτή τη χαρά και την τιμή.
-Πώς ήλθατε σε επαφή με τους χανσενικούς στην Ελλάδα;
Έχω μια πολύ ωραία, συγκινητική, παράξενη και σπαραχτική ιστορία.
Το 1972 τελείωσα τις σπουδές οδοντιατρικής στη σχολή στη Γενεύη, μετά από 3 χρόνια ως βοηθός ενός οδοντιάτρου, άνοιξα το δικό μου ιατρείο. Από τότε η ζωή θα είχε κυλήσει ομαλά, χωρίς εκπλήξεις, με μονοτονία, αλλά ευτυχώς που υπήρξε ένας φίλος μου κοινωνιολόγος που μιλούσε πολύ καλά τα ελληνικά ο οποίος είχε συμμετάσχει στην ταινία «Η τάξη για τη Λέπρα» και με ρώτησε αν μπορώ να έλθω στην Ελλάδα να φτιάξω τα δόντια ενός χανσενικού φίλου του. Ένιωσα έκπληξη, πρώτα από όλα, επειδή νόμιζα ότι ήταν πολύ πιο κοντά μας. Κατά το τέλος του 18ου αιώνα η εξάπλωση της λέπρας αυξήθηκε στην Ευρώπη. Το πρώτο διάταγμα για τη λέπρα ήταν το 1836 που πρότεινε την απομόνωση των λεπρών.
Δε φοβηθήκατε ότι θα μπορούσατε να κολλήσετε από τους λεπρούς;
Περίεργο, αλλά δε φοβήθηκα καθόλου. Όταν μου το ζήτησε ο φίλος μου, ένιωσα ότι ταιριάζει πολύ με τον εσωτερικό μου κόσμο...
-Πότε ήλθατε στην Ελλάδα για πρώτη φορά;
Ήλθα τότε για πρώτη φορά, μετά μου άρεσε να φτιάχνω τα δόντια του πρώτου μου ασθενή, έτσι ζήτησα την άδεια του υπ. Υγείας Σπύρου Δοξιάδη για να έρχομαι. Στην αρχή ερχόμουν 3 φορές το χρόνο για δύο εβδομάδες την κάθε φορά. Μετά ένας φίλος μου Ελβετός με ρώτησε αν μπορούσε να έρχεται μαζί μου κι έτσι ερχόμουν εγώ δύο φορές κι εκείνος μία.
-Πού συναντούσατε τους άρρωστους για να τους προσφέρετε τις υπηρεσίες σας;
Από το 1957 όλοι οι λεπροί της Ελλάδας, πήγαιναν στον Αντιλεπρικό Σταθμό στο χώρο του νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων στην Αγ. Βαρβάρα.
-Όταν έκλεισε η Σπιναλόγκα;
Ναι, το 1957. Ο προορισμός του Νοσοκομείου ήταν για περίθαλψη, επιμόρφωση και για να έχουν ένα εξιτήριο να βγουν στην κοινωνία.
-Ποια ήταν η πιο συγκλονιστική εμπειρία που ζήσατε μαζί τους; Σας μιλούσαν, σας έλεγαν τα προβλήματά τους; Πώς επικοινωνούσατε μαζί τους, ενώ δεν ξέρατε τη γλώσσα;
Αυτό ήταν το μαρτύριο στην αρχή για μένα, επειδή δεν ήξερα καλά τα ελληνικά αλλά τα έμαθα σιγά-σιγά αρκετά για να συνεννοηθούμε. Μου είπανε πολλές μαρτυρίες.
-Τι είναι εκείνο που κάνει αυτή την επαφή συγκλονιστική; Σας έβλεπαν σαν φίλο; Έναν άνθρωπο που μπορούσαν να εμπιστευθούν, ενώ η κοινωνία τούς γύριζε την πλάτη;
Ναι, έγινα φίλος τους, με έλεγαν «ο γιατρός μας έρχεται», ήταν μια πολύ συγκινητική συνάντηση.
-Τι εικόνες, τι συμπεριφορές έχετε κρατήσει από αυτούς τους ανθρώπους;
Το κουράγιο, την αξιοπρέπειά τους, πώς έχουν υποφέρει τόσες δοκιμασίες από παιδιά… Η πίστη τους μου έχει κάνει εντύπωση.
-Μέχρι πότε συνεχίσατε να επισκέπτεστε τους χανσενικούς για να φροντίζετε τα δόντια τους;
Μέχρι το 1998. Από τότε δεν είχε και πολλή δουλειά. Νομίζαμε ότι η νόσος είχε εξαφανιστεί. Ήταν γέροι, δεν είχε νέα κρούσματα. Το πρόβλημα ήταν ότι ήταν ακρωτηριασμένοι, πως δεν είχαν χέρια να πλυθούν. Τα δόντια τους ήταν χαλασμένα. Και τους έφτιαξα τα χαρακτηριστικά τους, το κοινωνικό διαβατήριο, ένα χαμόγελο.
-Αυτοί οι άνθρωποι είχαν τη δύναμη να χαμογελούν;
Αυτό ήταν το περίεργο, φανταστικό, ότι μπορούσαν να χαμογελούν ακόμα. Μια φορά ένας φίλος μου, που ήταν χανσενικός και ζει ακόμα, μου είπε: «Ξέρεις με αυτές τις δοκιμασίες βγαίνει όμορφα σμιλεμένη η ψυχή του ανθρώπου». Πώς μπορεί να το πει αυτό μετά από τόσες δοκιμασίες;…
-Είδατε, δηλαδή, όμορφους ανθρώπους με αλλοιωμένα χαρακτηριστικά;
Είδα τη ψυχική ομορφιά. Μαζί τους έμαθα την ουσία της ζωής.
-Υπήρξε κάποια περίπτωση, κάποιος χανσενικός, που να σας συγκίνησε περισσότερο από τους άλλους;
Ναι, αυτοί που έμειναν θετικοί. Δηλαδή που… Είναι δύσκολο να σας εξηγήσω· όσοι είχαν τη νόσο γι’ αυτούς δεν ήταν στιγματισμένοι, ήταν θεραπευμένοι. Η προκατάληψη είχε φύγει, αλλά στην αρχή, 50 ολόκληρα χρόνια, ήταν γραμμένο ότι έπρεπε να στείλουμε τους λεπρούς στα λεπροκομεία. Και μετά όταν ήλθε το φάρμακο… Α, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Το 1941 ένας γιατρός στην Αμερική βρήκε την προμίνη, μια ουσία στην οικογένεια των σουλφόνων. Οι πρώτες κλινικές δοκιμές ήταν πολύ ενθαρρυντικές. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί επιτέλους αντιμετωπίστηκε ο σωματικός εκφυλισμός που προκαλεί η νόσος μετά από 55 αιώνες συμφοράς. Πολύ σημαντική ανακάλυψη. Μετά από 50 χρόνια με απόρριψη και προκατάληψη πώς να γυρίσουν εύκολα στα χωριά; Τότε ήταν αθεράπευτη νόσος και όταν πήγαινε κάποιος στο λεπροκομείο ήταν σαν νεκρός. Κι όταν κάποιος αρρώσταινε τον διέγραφαν από τα μητρώα του χωριού του.
-Σαν να μην υπήρχε;…
Δεν υπήρχε πια. Φοβερό… Επειδή δεν είχε καμιά ελπίδα επιστροφής.
-Έχετε γνωρίσει και παιδιά χανσενικά;
Έχω γνωρίσει παιδιά των χανσενικών που είναι πολύ καλά. Δεν είχαν πρόβλημα και γι’ αυτό το θέμα π.χ. στη Σπιναλόγκα επιτρεπόταν ο γάμος εκεί. Τα παιδιά έπρεπε να πάνε στον παιδικό σταθμό στο Λοιμωδών Νόσων. Αλλά για φανταστείτε πως μια μητέρα έπρεπε να δώσει το παιδί της για να πάει στον παιδικό σταθμό.
-Δε θα το ξαναέβλεπε ποτέ;
Όχι, είχανε νέα από τα παιδιά και από το 1950 μπορούσαν να πάνε τα παιδιά να τους δουν. Φανταστείτε τον τρομερό αγώνα μεταξύ της λογικής και της αγάπης. Μια μητέρα έπρεπε να δώσει το παιδί, να φύγει από τα ακρωτηριασμένα της χέρια και της πληγές της. Ο νόμος και η λογική το ήθελαν αλλά η αγάπη δεν το ήθελε, οδυνηρός αγώνας.
-Μιλήστε μας για αυτά τα παιδιά.
Τα έχω δει αλλά τότε πια υπήρχε θεραπεία, δεν είχε πια ακρωτηριασμούς.
-Τι σήμαινε για σας η βράβευσή σας από την Ακαδημία Αθηνών, ήταν αναμενόμενη;
Ήταν ένα δώρο. Δεν το περίμενα, τι να περιμένω;… Ήταν μια ωραία αναγνώριση.
Οφείλω να υπογραμμίσω ότι όλα αυτά τα χρόνια η προσφορά σας στους χανσενικούς γινόταν αφιλοκερδώς. Ήταν μια προσφορά στον Άνθρωπο.
-Στη χώρα σας έχετε βραβευθεί για το έργο σας;
Ναι, για τη διδακτορική διατριβή μου που ήταν για τη «Νόσο του Χάνσεν στην Ελλάδα και την Κρήτη του 20ού αιώνα».
-Έχετε πάει στη Σπιναλόγκα;
Ναι, πολλές φορές.
-Τι μπορείτε να μας μεταφέρετε για τον τόπο αυτό; Μέσα από το βιβλίο «Το Νησί» έχουμε διαμορφώσει μια εικόνα. Ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
Όχι, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ήταν πάρα πολύ πιο δύσκολα, δεν είχε φάρμακα. Είχε ένα γιατρό που πολύ σπάνια πήγαινε εκεί. Δε ζούσε μαζί τους, έμενε απέναντι στην Πλάκα. Ήταν δράμα.
-Κάθε φορά που πηγαίνετε στη Σπιναλόγκα, τι νιώθετε;
Μεγάλη συγκίνηση ακόμη και σήμερα. Πέρυσι πήγα με φίλους και τους έδειξα τη Σπιναλόγκα και τους είπα την ιστορία. Ήταν πολύ συγκινητικό.
-Έχετε επισκεφθεί το δικό μας Λωβοκομείο, ξέρετε την ιστορία του;
Ξέρω πιο λίγα από ό,τι γνωρίζω για την Σπιναλόγκα. Είχα επισκεφθεί το Λωβοκομείο πριν από 10 χρόνια, αλλά πήγα και χθες.
-Να σημειώσουμε ότι γνωρίζετε τον Ανδρέα Μιχαηλίδη που έχει αναλάβει σε ένα μεγάλο βαθμό μαζί με μία Επιτροπή την προσπάθεια ανάδειξης του χώρου. Αλήθεια, τι είδατε εκεί κατά την επίσκεψή σας;
Είδα ένα μέρος με όλα ανοικτά, σπασμένα, χαλασμένα, με σκουπίδια και βρομιές. Κατά τη γνώμη μου είναι κρίμα. Είναι οι μνήμες των ανθρώπων που έζησαν ολόκληρη ζωή στη σκιά και κλεισμένοι εκεί.
-Τι θα περιμένατε να γίνει εκεί; Πώς φαντάζεστε το χώρο;
Τι να αποφασίσω εγώ, τίποτα. Αλλά κατά τη γνώμη μου πρέπει να αποκατασταθεί για τη μνήμη τους. Το μέρος αυτό αξίζει σεβασμό και αξιοπρέπεια.
-Αν συγκρίνουμε τα δύο μέρη τι μπορούμε να πούμε; Ήταν το Λωβοκομείο η Σπιναλόγκα της Χίου;
Νομίζω ότι ήταν το ίδιο. Ήταν κλεισμένοι, η απομόνωση ήταν σκληρή, υπήρχε απόρριψη και θα ήθελα να σας πω μια μαρτυρία που άκουσα από ένα χανσενικό: «Μπορεί να φανταστεί κανείς τι σήμαινε να είσαι λεπρός τότε, χωρίς φάρμακα, χωρίς ελπίδα θεραπείας, περιμένοντας το τελικό στάδιο της αρρώστιας, αυτό της ολοκληρωτικής σου καταστροφής. Η απέχθεια για τον ίδιο σου τον εαυτό. Καταραμένη ασθένεια. Ο φόβος…». Δεν αξίζουν σεβασμό αυτοί;
Εμείς αυτή την άποψη την υποστηρίζουμε χρόνια και προσπαθούμε μέσα από τη δουλειά μας να αναδείξουμε ότι αυτός ο τόπος χρειάζεται να διασωθεί καθώς και η μνήμη των ανθρώπων που έζησαν εκεί. Γίνονται κάποιες προσπάθειες, ας ελπίσουμε ότι γρήγορα θα τελεσφορήσουν…
Το ελπίζω κι εγώ…
-Αν ξαναρχίζατε τη ζωή σας πάλι τον ίδιο δρόμο θα επιλέγατε, πάλι κοντά στους χανσενικούς - ακόμη κι αν είχατε πληρώσει ένα βαρύ τίμημα ή αν θα είχε επηρεαστεί η ζωή σας απ’ αυτούς;
Σίγουρα! Δεν ξέρω με τους χανσενικούς, γιατί ελπίζω ότι δε θα έχει πια αυτή τη νόσο. Τέτοια αποστολή, αυτό αξίζει στη ζωή. Είναι… Αισθάνομαι πλούτο με όσα κέρδισα στο δρόμο, όπως λέει ο Καβάφης στο πολύ σημαντικό του ποίημα για την «Ιθάκη».
Κι εμείς νιώθουμε ότι ήταν μεγάλη τιμή και χαρά μας που σας φιλοξενήσαμε. Σας ευχαριστώ πολύ.
Πηγή : www.alithia.gr
Αντέγραψα από...
Για την ανιδιοτελή προσφορά του βραβεύεται από την Ακαδημία Αθηνών... Μιλήσαμε μαζί του, μοιραστείτε αυτή τη χαρά και την τιμή.
-Πώς ήλθατε σε επαφή με τους χανσενικούς στην Ελλάδα;
Έχω μια πολύ ωραία, συγκινητική, παράξενη και σπαραχτική ιστορία.
Το 1972 τελείωσα τις σπουδές οδοντιατρικής στη σχολή στη Γενεύη, μετά από 3 χρόνια ως βοηθός ενός οδοντιάτρου, άνοιξα το δικό μου ιατρείο. Από τότε η ζωή θα είχε κυλήσει ομαλά, χωρίς εκπλήξεις, με μονοτονία, αλλά ευτυχώς που υπήρξε ένας φίλος μου κοινωνιολόγος που μιλούσε πολύ καλά τα ελληνικά ο οποίος είχε συμμετάσχει στην ταινία «Η τάξη για τη Λέπρα» και με ρώτησε αν μπορώ να έλθω στην Ελλάδα να φτιάξω τα δόντια ενός χανσενικού φίλου του. Ένιωσα έκπληξη, πρώτα από όλα, επειδή νόμιζα ότι ήταν πολύ πιο κοντά μας. Κατά το τέλος του 18ου αιώνα η εξάπλωση της λέπρας αυξήθηκε στην Ευρώπη. Το πρώτο διάταγμα για τη λέπρα ήταν το 1836 που πρότεινε την απομόνωση των λεπρών.
Δε φοβηθήκατε ότι θα μπορούσατε να κολλήσετε από τους λεπρούς;
Περίεργο, αλλά δε φοβήθηκα καθόλου. Όταν μου το ζήτησε ο φίλος μου, ένιωσα ότι ταιριάζει πολύ με τον εσωτερικό μου κόσμο...
-Πότε ήλθατε στην Ελλάδα για πρώτη φορά;
Ήλθα τότε για πρώτη φορά, μετά μου άρεσε να φτιάχνω τα δόντια του πρώτου μου ασθενή, έτσι ζήτησα την άδεια του υπ. Υγείας Σπύρου Δοξιάδη για να έρχομαι. Στην αρχή ερχόμουν 3 φορές το χρόνο για δύο εβδομάδες την κάθε φορά. Μετά ένας φίλος μου Ελβετός με ρώτησε αν μπορούσε να έρχεται μαζί μου κι έτσι ερχόμουν εγώ δύο φορές κι εκείνος μία.
-Πού συναντούσατε τους άρρωστους για να τους προσφέρετε τις υπηρεσίες σας;
Από το 1957 όλοι οι λεπροί της Ελλάδας, πήγαιναν στον Αντιλεπρικό Σταθμό στο χώρο του νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων στην Αγ. Βαρβάρα.
-Όταν έκλεισε η Σπιναλόγκα;
Ναι, το 1957. Ο προορισμός του Νοσοκομείου ήταν για περίθαλψη, επιμόρφωση και για να έχουν ένα εξιτήριο να βγουν στην κοινωνία.
-Ποια ήταν η πιο συγκλονιστική εμπειρία που ζήσατε μαζί τους; Σας μιλούσαν, σας έλεγαν τα προβλήματά τους; Πώς επικοινωνούσατε μαζί τους, ενώ δεν ξέρατε τη γλώσσα;
Αυτό ήταν το μαρτύριο στην αρχή για μένα, επειδή δεν ήξερα καλά τα ελληνικά αλλά τα έμαθα σιγά-σιγά αρκετά για να συνεννοηθούμε. Μου είπανε πολλές μαρτυρίες.
-Τι είναι εκείνο που κάνει αυτή την επαφή συγκλονιστική; Σας έβλεπαν σαν φίλο; Έναν άνθρωπο που μπορούσαν να εμπιστευθούν, ενώ η κοινωνία τούς γύριζε την πλάτη;
Ναι, έγινα φίλος τους, με έλεγαν «ο γιατρός μας έρχεται», ήταν μια πολύ συγκινητική συνάντηση.
-Τι εικόνες, τι συμπεριφορές έχετε κρατήσει από αυτούς τους ανθρώπους;
Το κουράγιο, την αξιοπρέπειά τους, πώς έχουν υποφέρει τόσες δοκιμασίες από παιδιά… Η πίστη τους μου έχει κάνει εντύπωση.
-Μέχρι πότε συνεχίσατε να επισκέπτεστε τους χανσενικούς για να φροντίζετε τα δόντια τους;
Μέχρι το 1998. Από τότε δεν είχε και πολλή δουλειά. Νομίζαμε ότι η νόσος είχε εξαφανιστεί. Ήταν γέροι, δεν είχε νέα κρούσματα. Το πρόβλημα ήταν ότι ήταν ακρωτηριασμένοι, πως δεν είχαν χέρια να πλυθούν. Τα δόντια τους ήταν χαλασμένα. Και τους έφτιαξα τα χαρακτηριστικά τους, το κοινωνικό διαβατήριο, ένα χαμόγελο.
-Αυτοί οι άνθρωποι είχαν τη δύναμη να χαμογελούν;
Αυτό ήταν το περίεργο, φανταστικό, ότι μπορούσαν να χαμογελούν ακόμα. Μια φορά ένας φίλος μου, που ήταν χανσενικός και ζει ακόμα, μου είπε: «Ξέρεις με αυτές τις δοκιμασίες βγαίνει όμορφα σμιλεμένη η ψυχή του ανθρώπου». Πώς μπορεί να το πει αυτό μετά από τόσες δοκιμασίες;…
-Είδατε, δηλαδή, όμορφους ανθρώπους με αλλοιωμένα χαρακτηριστικά;
Είδα τη ψυχική ομορφιά. Μαζί τους έμαθα την ουσία της ζωής.
-Υπήρξε κάποια περίπτωση, κάποιος χανσενικός, που να σας συγκίνησε περισσότερο από τους άλλους;
Ναι, αυτοί που έμειναν θετικοί. Δηλαδή που… Είναι δύσκολο να σας εξηγήσω· όσοι είχαν τη νόσο γι’ αυτούς δεν ήταν στιγματισμένοι, ήταν θεραπευμένοι. Η προκατάληψη είχε φύγει, αλλά στην αρχή, 50 ολόκληρα χρόνια, ήταν γραμμένο ότι έπρεπε να στείλουμε τους λεπρούς στα λεπροκομεία. Και μετά όταν ήλθε το φάρμακο… Α, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Το 1941 ένας γιατρός στην Αμερική βρήκε την προμίνη, μια ουσία στην οικογένεια των σουλφόνων. Οι πρώτες κλινικές δοκιμές ήταν πολύ ενθαρρυντικές. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί επιτέλους αντιμετωπίστηκε ο σωματικός εκφυλισμός που προκαλεί η νόσος μετά από 55 αιώνες συμφοράς. Πολύ σημαντική ανακάλυψη. Μετά από 50 χρόνια με απόρριψη και προκατάληψη πώς να γυρίσουν εύκολα στα χωριά; Τότε ήταν αθεράπευτη νόσος και όταν πήγαινε κάποιος στο λεπροκομείο ήταν σαν νεκρός. Κι όταν κάποιος αρρώσταινε τον διέγραφαν από τα μητρώα του χωριού του.
-Σαν να μην υπήρχε;…
Δεν υπήρχε πια. Φοβερό… Επειδή δεν είχε καμιά ελπίδα επιστροφής.
-Έχετε γνωρίσει και παιδιά χανσενικά;
Έχω γνωρίσει παιδιά των χανσενικών που είναι πολύ καλά. Δεν είχαν πρόβλημα και γι’ αυτό το θέμα π.χ. στη Σπιναλόγκα επιτρεπόταν ο γάμος εκεί. Τα παιδιά έπρεπε να πάνε στον παιδικό σταθμό στο Λοιμωδών Νόσων. Αλλά για φανταστείτε πως μια μητέρα έπρεπε να δώσει το παιδί της για να πάει στον παιδικό σταθμό.
-Δε θα το ξαναέβλεπε ποτέ;
Όχι, είχανε νέα από τα παιδιά και από το 1950 μπορούσαν να πάνε τα παιδιά να τους δουν. Φανταστείτε τον τρομερό αγώνα μεταξύ της λογικής και της αγάπης. Μια μητέρα έπρεπε να δώσει το παιδί, να φύγει από τα ακρωτηριασμένα της χέρια και της πληγές της. Ο νόμος και η λογική το ήθελαν αλλά η αγάπη δεν το ήθελε, οδυνηρός αγώνας.
-Μιλήστε μας για αυτά τα παιδιά.
Τα έχω δει αλλά τότε πια υπήρχε θεραπεία, δεν είχε πια ακρωτηριασμούς.
-Τι σήμαινε για σας η βράβευσή σας από την Ακαδημία Αθηνών, ήταν αναμενόμενη;
Ήταν ένα δώρο. Δεν το περίμενα, τι να περιμένω;… Ήταν μια ωραία αναγνώριση.
Οφείλω να υπογραμμίσω ότι όλα αυτά τα χρόνια η προσφορά σας στους χανσενικούς γινόταν αφιλοκερδώς. Ήταν μια προσφορά στον Άνθρωπο.
-Στη χώρα σας έχετε βραβευθεί για το έργο σας;
Ναι, για τη διδακτορική διατριβή μου που ήταν για τη «Νόσο του Χάνσεν στην Ελλάδα και την Κρήτη του 20ού αιώνα».
-Έχετε πάει στη Σπιναλόγκα;
Ναι, πολλές φορές.
-Τι μπορείτε να μας μεταφέρετε για τον τόπο αυτό; Μέσα από το βιβλίο «Το Νησί» έχουμε διαμορφώσει μια εικόνα. Ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
Όχι, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, ήταν πάρα πολύ πιο δύσκολα, δεν είχε φάρμακα. Είχε ένα γιατρό που πολύ σπάνια πήγαινε εκεί. Δε ζούσε μαζί τους, έμενε απέναντι στην Πλάκα. Ήταν δράμα.
-Κάθε φορά που πηγαίνετε στη Σπιναλόγκα, τι νιώθετε;
Μεγάλη συγκίνηση ακόμη και σήμερα. Πέρυσι πήγα με φίλους και τους έδειξα τη Σπιναλόγκα και τους είπα την ιστορία. Ήταν πολύ συγκινητικό.
-Έχετε επισκεφθεί το δικό μας Λωβοκομείο, ξέρετε την ιστορία του;
Ξέρω πιο λίγα από ό,τι γνωρίζω για την Σπιναλόγκα. Είχα επισκεφθεί το Λωβοκομείο πριν από 10 χρόνια, αλλά πήγα και χθες.
-Να σημειώσουμε ότι γνωρίζετε τον Ανδρέα Μιχαηλίδη που έχει αναλάβει σε ένα μεγάλο βαθμό μαζί με μία Επιτροπή την προσπάθεια ανάδειξης του χώρου. Αλήθεια, τι είδατε εκεί κατά την επίσκεψή σας;
Είδα ένα μέρος με όλα ανοικτά, σπασμένα, χαλασμένα, με σκουπίδια και βρομιές. Κατά τη γνώμη μου είναι κρίμα. Είναι οι μνήμες των ανθρώπων που έζησαν ολόκληρη ζωή στη σκιά και κλεισμένοι εκεί.
-Τι θα περιμένατε να γίνει εκεί; Πώς φαντάζεστε το χώρο;
Τι να αποφασίσω εγώ, τίποτα. Αλλά κατά τη γνώμη μου πρέπει να αποκατασταθεί για τη μνήμη τους. Το μέρος αυτό αξίζει σεβασμό και αξιοπρέπεια.
-Αν συγκρίνουμε τα δύο μέρη τι μπορούμε να πούμε; Ήταν το Λωβοκομείο η Σπιναλόγκα της Χίου;
Νομίζω ότι ήταν το ίδιο. Ήταν κλεισμένοι, η απομόνωση ήταν σκληρή, υπήρχε απόρριψη και θα ήθελα να σας πω μια μαρτυρία που άκουσα από ένα χανσενικό: «Μπορεί να φανταστεί κανείς τι σήμαινε να είσαι λεπρός τότε, χωρίς φάρμακα, χωρίς ελπίδα θεραπείας, περιμένοντας το τελικό στάδιο της αρρώστιας, αυτό της ολοκληρωτικής σου καταστροφής. Η απέχθεια για τον ίδιο σου τον εαυτό. Καταραμένη ασθένεια. Ο φόβος…». Δεν αξίζουν σεβασμό αυτοί;
Εμείς αυτή την άποψη την υποστηρίζουμε χρόνια και προσπαθούμε μέσα από τη δουλειά μας να αναδείξουμε ότι αυτός ο τόπος χρειάζεται να διασωθεί καθώς και η μνήμη των ανθρώπων που έζησαν εκεί. Γίνονται κάποιες προσπάθειες, ας ελπίσουμε ότι γρήγορα θα τελεσφορήσουν…
Το ελπίζω κι εγώ…
-Αν ξαναρχίζατε τη ζωή σας πάλι τον ίδιο δρόμο θα επιλέγατε, πάλι κοντά στους χανσενικούς - ακόμη κι αν είχατε πληρώσει ένα βαρύ τίμημα ή αν θα είχε επηρεαστεί η ζωή σας απ’ αυτούς;
Σίγουρα! Δεν ξέρω με τους χανσενικούς, γιατί ελπίζω ότι δε θα έχει πια αυτή τη νόσο. Τέτοια αποστολή, αυτό αξίζει στη ζωή. Είναι… Αισθάνομαι πλούτο με όσα κέρδισα στο δρόμο, όπως λέει ο Καβάφης στο πολύ σημαντικό του ποίημα για την «Ιθάκη».
Κι εμείς νιώθουμε ότι ήταν μεγάλη τιμή και χαρά μας που σας φιλοξενήσαμε. Σας ευχαριστώ πολύ.
Πηγή : www.alithia.gr
Αντέγραψα από...
Άκρως Ενδιαφέρον.
ΑπάντησηΔιαγραφή