Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

Ο ΓΑΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΧΜΕΤΗ Η ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ ΣΥΖΥΓΟΥ

 Αν μου ζητούσαν να δώοω με δυο λέξεις το νόημα και το μήνυμα του διηγήματος του Παπαδιαμάντη «Ό Γάμος του Καραχμέτη», θα 'έλεγα δτι το διήγημα αυτό είναι το συναξάρι μιας Αγίας Συζύγου. Τοϋτο όμως με υποχρεώνει να δώσω μιαν έξήγηοη του ορού «συναξάρι».


Ή διδασκαλία της Εκκλησίας μας βρίσκεται διατυπωμένη στις Γραφές και στα κείμενα των Πατέρων. Αυτή ή διδασκαλία, όμως, όσο κι αν είναι τέλεια διατυπωμένη, θα εκινδύνευε να παραμείνει άνενέργητη υψηλή θεωρία, αν δεν υπήρχαν τα παραδείγματα των Αγίων, πού μας δείχνουν τον τρόπο —ή μάλλον την απέραντη ποικιλία των τρόπων— καθώς και το μέτρο, κατά το όποϊο ειναι δυνατόν να βιωθεί ή διδασκαλία αυτή. Αυτούς ακριβώς τους τρόπους κι αυτό το μέτρο τα βρίσκουμε στις γραπτές διηγήσεις για τη ζωή των Αγίων, πού αποτελούν τα συναξάρια. "Αλλά ένα συναξάρι δεν είναι μια ιστορική βιογραφία,  όπως ακριβώς μια βυζαντινή εικόνα ενός Αγίου δεν είναι το πορτραιτο του. Το συναξάρι είναι μια διήγηση πού προσπαθεΐ να μας κάνει καταληπτό το πέρασμα ενός άνθρωπου από τη φυσική ζωή στη ζωή της αγιότητας, τη μεταμόρφωση του «παλαιού ανθρώπου» σε άνθρωπο πού μετέχει από τώρα στην «καινή κτίση». Τα συναξάρια των Αγίων, παρά το απλοϊκό τους υφός, κλείνουν τόσο βάθος και τόση αληθινή σοφία, ώστε διαβάζοντας τα νοιώθει κανείς τη δροσιά του Θαβώρειου Όρους και τις ανταύγειες του φωτός της Μεταμόρφωσης.


Ακριβώς το αισθημα αυτό είχα κι εγώ όταν διάβασα το διήγημα « Ό Γάμος του Καραχμέτη»,γι' αυτό και το χαρακτήρισα αυθόρμητα σαν συναξάρι, μια και αναφέρεται σε πρόσωπα πού έζησαν πραγματικά

Βρισκόμαστε στη Σκίαθο, την εποχή της τουρκοκρατίας. Ό Κουμπής, ένας από τους προεστούς του χωρίου και φίλος του τούρκου ναυάρχου, μετά από δεκαπέντε χρόνια στείρου γάμου με τη Σεραϊνώ, φλέγεται από την επιθυμία να αποκτήσει παιδιά. Δεν θέλει όμως να τα κάνει με παλλακίδα, γιατί ξέρει πώς «πόρνους και μοιχούς κρίνει ό Θεός». Το σχέδιο του είναι να απαγάγει τη γειτονοπούλα του τη Λελούδα, πού είναι «-μόλις τριάντα χρόνων 'ίσως - ωραία, ροδόπλαστος, σεμνή, ταπεινή, πτωχή και άμεμπτος, απροστάτευτη και πεντάρφανη» «και να δωροδοκήσει έναν παπαν ή να τον βιάση με φόβε-ραν... να τους στεφάνωση».

Μια μέρα, πού φθάνει ό τούρκικος στόλος στο νησί, ό Κουμπής παίρνει με δόλο πάνω στη ναυαρχίδα τη Λελούδα και έναν παπα και γίνεται έκεί ό γάμος. Τό γεγονός γιορτάζεται με κανονιοβολισμούς από τη ναυαρχίδα.

« ΉΣεραϊνώ, οπού ήγρύπνει είς το σπίτι του Κουμπή, ήκουσε τους κανιοβολισμους καί μόνη αύτη τους εξηγήσει; είς την αληθή σημασίαν των.


- Στερεωμένοι, καλορρίζικοι, έφιθύρι-

σε, σχεδόν άνευ πικρίας. Με γυιους, Κου-

μπή».

Σε λίγο έφθασαν οί νεόνυμφοι στο σπίτι. Ή Σεραϊνώ τους υποδέχθηκε, τους ευχήθηκε και ζήτησε από τη Λελούδα το κλειδί για να μείνει στο σπίτι της.

« Ή Λελούδα κατένευσε δακρύουσα. Είτα έπρόφερε:

- Να με σχωρέσης.!

- Σχωρεμένη και βλοημένη να 'σαι, εϊ-

πεν εν έγκαρτερήσει ή πρώην Κουμπίνα.

Την επαύριον πρωί ό Κουμπής έκραξε την γυναίκα καί της είπε:

- Σεραΐνα, πάρε τα ρούχα σου... καί σύ¬

ρε να καθίσης στο σπίτι σου. Καί, σε παρα¬

καλώ, όσο μπορείς, να τα 'χης καλά με την

Κουμπίνα.

- Εγώ θα τα 'χω καλά με την νέαν

Κουμπίνα, όπως τα είχα και με την Λελού-

δα, απήντησεν ή απλή ψυχή. Καί σε περι-

καλώ, Κουμπή, να μ' άφήσεις να καθίσω

στο σπίτι σου, να σου ανατρέφω τα παιδιά

πού θα κάμης.

- Καλά, ό Θεός σε φωτίζει καί φέρεσαι

έτσι, αγία ψυχή, είπε, μη δυνάμενος να

κράτηση, ό σκληρός, την συγκίνησίν του.

"Εκτοτε ό Κουμπής ώνομάσθη άπ' όλον το χωρίον Καραχμέτης, εκ του ονόματος του Τούρκου ναυάρχου...»

Λίγους μήνες μετά το γάμο ή Λελούδα έκανε ένα φοβερό λάθος. Εξ αιτίας της ό Κουμπής φόρεσε το δικό τηςχ ρυσοκέντητο πουκάμισο καί πήγε στην εκκλησία. "Οταν αντελήφθη τα περίεργα βλέμματα των χωρικών πάνω του «εξήλθε δρομαίως. Έφρύαξε κι έτρεξε με σκοπόν καί άπόφασιν να σκοτώση την Λελούδα.

Αί δύο γυναίκες... ήσαν έτοιμαι να έξέλθωσι διά την εκκληοίαν. Με εν βλέμμα ή Σεράίνα έννόησεν, άμα εϊδε τόν Κουμπήν. Ούτος έσήκωσεν ήδη τήν χονδρήν καί σιδηροκέφαλον ράβδον του εναντίον της Λελούδας.

- Παληοβρώμα!

Ή Σεράϊνα επεσεν επάνω είς την ράβδον, είς τα γόνατα του, είς τους πόδας του.

- "Ελεος, Κουμπή, έλεος! Δεν το ήθελενή καημένη. Λάθος έκαμε... Σχώρεσέ την...


Ό Κουμπής έκάμφθη.

Ή Σεράίνα επέζησε δέκα η δώδεκα έτη, δσα ήρκουν δια ν' άναθρέψη τά τέκνα του Κουμπή. Άνεπαύθη καί ετάφη έξωθεν του νάϊσκου του Αγίου Δημητρίου...

"Οταν επήγαν μετά τρία έτη να σκάψουν διά την άνακομιδήν των λειψάνων της, λεπτόν θεσπέσιον άρωμα ως βασιλικού, μόσχου καί ρόδου άμα, άνήλθεν είς τους μυκτήρας του ίερέως, του σκάπτοντος εργάτου, της Λελούδας και δύο άλλων παρισταμένων γυναικών.

Τα κόκκαλά της εϊχον εύωδιάσει».

Το διήγημα κινείται σε δυο διαφορετικά επίπεδα. Το πρώτο από αυτά, στο όποΐο κυριαρχεί ή μορφή του Κουμπή, εΐναι το επίπεδο του «φυσικού κόσμου», όπως διαμορφώθηκε μετά την Πτώση. Ό Κουμπής είναι ό «φυσικός άνθρωπος», πού κινείται από τη φυσική επιθυμία σ' έναν απελπισμένο αγώνα επιβίωσης: πασχίζει ν' αποχτήσει παιδιά, να εξασφαλίσει αύτη τη δυναμική έκφραση αθανασίας, παρατείνοντας τη βιολογική του συνέχεια πάνω στη γη



Γνώριμα σχήματα του κόσμου αύτοϋ είναι οί διάφοροι κοινωνικοί καί θρησκευτικοί θεσμοί (οί «δερμάτινοι χιτώνες», όπως μας έμαθε να τους λέμε ό Παναγιώτης Νέλλας), πού δόθηκαν από το Θεό στον εξόριστο άνθρωπο σαν εφόδια, για να μπορέσει να επιβιώσει στην περιπλάνηση του μέσα στην  έρημο της ζωής, άλλα και σαν βοήθεια για να ξαναβρεί το δρόμο της επιστροφής. Ό Κουμπής τρέφει βαθύτατο σεβασμό στα θρησκευτικά και κοινωνικά σχήματα: τρέμει την καταδίκη του μοιχού, απορρίπτει την παράνομη συμβίωση, κάνει το παν για να εκπληρώσει την επιθυμία του κάτω από το κάλυμμα κάποιας νομιμότητας. "Ολα αυτά όμως δεν τον σώζουν, γιατί αΰτονομεϊ την επιθυμία του, καί ή αυτονομία, πού αποτελεί την ουσία τήςάμαρτίας, οδηγεί αναπότρεπτα στο θάνατο.

Ή ετυμηγορία του χωρίου, δηλαδή του πληρώματος της Εκκλησίας, είναι κατηγορηματική: «Έκτοτε ό Κουμπής ώνομάσθη άπ' όλον το χωρίον Καραχμέτης...» Το όνομα Καραχμέτης είναι τούρκικο, μη χριστιανικό. Ή αλλαγή του ονόματος δεν είναι απλώς συμβολική, σημαίνει ότι ή κοινότητα δέν τον δέχεται πια σαν οικείο πρόσωπο καϊ τον ειδοποιεί ότι βρίσκεται έξω από την περιοχή μέσα στην οποία μπορεί να αναζητηθεί ό δρόμος προς τη Ζωή.


Για να φτάσουμε στο άλλο επίπεδο, στο όποιο κινείται ή Σεραΐνώ, πρέπει να παραιτηθούμε από κάθε προσπάθεια ψυχολογικής ερμηνείας και να ξεπεράσουμε το φράγμα των κοινωνικών θεσμών και της συμβατικής θρησκευτικότητας.

Ή Σεραϊνώ ζεϊ βέβαια μέσα στο φυσικό κόσμο, άλλα ό τρόπος πού ζεϊ δεν είναι «του κόσμου τούτου». Ζεϊ μέσα στα ίδια κοινωνικά και θρησκευτικά σχήματα όπως και ό Κουμπής, χρησιμοποιεί τους ίδιους «δερμάτινους χιτώνες», όχι όμως αυτονομημένους, αλλά ως μέσα πορείας προς την Αλήθεια και τη Ζωή. Το βασικό κίνητρο στη σχέση της με τον Κουμπή δεν είναι ή φυσική επιθυμία, άλλα ή βίωση του γάμου στη μυστηριακή μορφή του, όπως τον παραδίδει ή Εκκλησία. Ό Κουμπής εϊναι ό σύζυγος της και υποτάσσεται σ' αυτόν «ωσπερ η Εκκλησία υποτάσσεται τφ Χριστφ». Αυτή ή μεταμορφωμένη συζυγία έχει πάρει τη θέση του φυσικού νόμου στη ζωή της, Γι' αυτό και ζει την εκπληκτική γαμήλια σχέση της τόσο απλά και τόσο φυσικά, όπως αναπνέει ή περπατάει. Μια τέτοια σχέση είναι ακατάλυτη, κανένα γεγονός και κανένας νόμος δεν έχει τη δύναμη να την κλονίσει: ή είσοδος της Λελούδας μόλις αγγίζει τη Σεραϊνώ, δεν είναι παρά ένα απλό επεισόδιο στη ζωή της, το θεωρεί φυσικό και αυτονόητο να μείνει κοντά στον άντρα της, να αναθρέψει τα παιδιά του. Δεν πρόκειται εδώ για μια πράξη αυτοθυσίας, αλλά για μια βίωση της υποταγής στον υπέρτατο βαθμό, «εν παντί», όπως λέει ό Απόστολος. Αυτή ή υποταγή όμως δεν την εκμηδενίζει αλλά την έξαγιάζει και τη δοξάζει. Ή πρώτη αναγνώριση της άγιοούνης της γίνεται από τον Κουμπή, σ' ένα στιγμιαίο φωτισμό του: «Ό Θεός σε φωτίζει και φέρεσαι έτσι, άγια ψυχή, είπε, μη δυνάμενος να συγκρατήσει ό σκληρός την συγκινησίν του». Μετά το θάνατο της ή εύωδία των λειψάνων της—σημείο υπερνίκησης της φθοράς ήδη άπ' αυτόν τον αιώνα— αναγγέλλει την αγιότητα της σε όλους μας και την προβάλλει σαν παρήγορη μαρτυρία για τη δυνατότητα έξαγιασμου του βέβηλου κόσμου μας.


Πρεσβείαις, Κύριε, της Αγίας Σεραϊνώς και πάντων σου των Αγίων Συζύγων έλέησον και σώσον ημάς. Αμήν
Τάσος Ζαννής-περιοδικό ''Σύναξη τ.26,1988
πίνακας Μιχ.Οικονομου-Το σπίτι που ονειρεύεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου