Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014
Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014
«Η αρρώστια όλων των μαμάδων», μια ιστορία που θα κάνει κάθε μαμά να δακρύσει!
Έπαιζε μαζί του με τις κούκλες του και του διάβαζε παραμύθια, αλλάζοντας τη φωνή της. Ακόμα θυμόταν η Χριστιάννα τις φορές που πλατσούριζαν μαζί στο μπάνιο και τα βράδια που της τραγουδούσε με τη μοναδική φωνή, μέχρι να το πάρει ο ύπνος.
Όμως, καθώς το κοριτσάκι μεγάλωνε, η μαμά του άλλαζε. Γινόταν πιο σοβαρή, και συνέχεια του έλεγε τι πρέπει να κάνει και τι να μην κάνει. Ακόμα και η φωνή της είχε αλλάξει. Το χαμόγελο σπάνια φαινόταν πια στα χείλη της και η διάθεση για παιχνίδι την είχε εγκαταλείψει. Η Χριστιάννα είχε στενοχωρηθεί πάρα πολύ και έψαχνε με το μικρό μυαλουδάκι της να βρει, τι κακό είχε βρει τη μαμά της και κάθε μέρα ήταν όλο και χειρότερα. Μάλλον θα ήταν κάποια αρρώστια, που είχε κολλήσει, και την άλλαζε τόσο πολύ.
Μετά από καιρό, παρατήρησε πως κάθε φορά που εκείνη έπεφτε και χτυπούσε, ή κάθε φορά που ήταν στο κρεβάτι με πυρετό, η μαμά της χειροτέρευε. Η ανησυχία της μεγάλωνε και γραμμές χάραζαν το μέτωπό της. Έτσι, κατέληξε πως εκείνη αρρώσταινε τη μαμά της και άρχισε να γίνεται πολύ προσεκτική. Έπλενε τα χέρια της, δεν έτρεχε στις σκάλες και σταμάτησε να ρουφάει τις μύξες της.
Όμως, όχι μόνο δεν είδε καμία αλλαγή, αλλά πρόσεξε πως και οι άλλες μαμάδες ήταν το ίδιο σοβαρές. Ίσως είχαν όλες κολλήσει την ίδια αρρώστια. Επίσης, ήταν φανερό πως όσο κι αν προσπαθούσε, δεν θα κατάφερνε ποτέ να σταματήσει να σκοντάφτει, κι ας μην ανέβαινε πάνω στα κάγκελα του σχολείου, και να κρυολογεί, ακόμα κι αν δεν έβγαζε το μπουφάν της. Είχε απελπιστεί, πώς να βρει τον τρόπο να κάνει τη μαμά της καλά;
Ένα πρωί, ενώ ήταν έτοιμοι να φύγουν για το σχολείο, η μαμά της είχε πάθει την καθημερινή της κρίση. Γύριζε γύρω γύρω και μάζευε πράγματα, έδινε κοφτές οδηγίες σε όλους και φώναζε δυνατά την ώρα κάθε δύο λεπτά. Την στιγμή που είχε σκύψει να δέσει τα κορδόνια της μικρής Χριστιάννας, όχι γιατί δεν ήξερε να το κάνει μόνη της, αλλά για να τελειώνουν πιο γρήγορα, η κόρη της έπιασε το πρόσωπο της μητέρας της με τα δυο της χεράκια και της είπε: «Τι ωραία που ήταν τότε που ήθελες να γίνεις σαν εμένα. Θυμάσαι;» και συνέχισε: «Εγώ δε θέλω να μεγαλώσω και να αρρωστήσω, όπως εσύ και οι άλλες μαμάδες.»
Η μαμά της δεν είχε χρόνο να της εξηγήσει ότι δεν ήταν άρρωστη, πως απλώς είχε τόσα να σκεφτεί και να κάνει. Πώς να περιγράψει σε ένα παιδί τι σημαίνει να είσαι μεγάλος; Πως να της πει ότι ανησυχούσε τόσο για εκείνη; Ένα δάκρυ γέμισε τα μάτια της και επάνω του γυάλισε όλη η λαχτάρα της μητέρας της να περάσει όμορφα με την κόρη της, όπως όταν ήταν ένα μικρό μωράκι στην αγκαλιά της. Όμως ο χρόνος είχε γίνει λίγος και εκείνη ήθελε να μην της λείψει τίποτα.
Ήθελε να είναι πάντα καλά. Δεν είχε καταλάβει ότι με αυτόν τον τρόπο της στερούσε το πιο σημαντικό, τη μαμά της. Εκείνη τη φιγούρα που γεμίζει ευτυχία κάθε παιδική καρδιά. Δεν είχε καταλάβει ότι το γέλιο της μητέρας είναι πολυτιμότερο από όλους τους θησαυρούς πάνω στη Γη.
Η Χριστιάννα έβαλε το χέρι της μέσα στο δικό της και της είπε: «Μη στενοχωριέσαι, με έχεις μάθει να προσέχω και δεν θα κολλήσω ποτέ αυτή την αρρώστια, που κλέβει τα γέλια και τα παιχνίδια.» Η μαμά της έσκυψε και της έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο για να σφραγίσει αυτή την συμφωνία μεταξύ τους και έβαλε τα δυνατά της να θυμάται πόσο όμορφα είναι να είσαι παιδί.
Από τότε, σκοπός της μητέρας της ήταν να δείξει στην κόρη της, ότι μπορεί να γίνει μεγάλη, χωρίς να χάσει την παιδικότητά της, γιατί εκεί κρύβεται όλη η χαρά της ζωής. Ακόμα κι όταν έχανε το δρόμο της, προς τον ενθουσιασμό, και απογοητευόταν από όσα γίνονταν γύρω της, αρκούσε μια ματιά μέσα στα παιδικά μάτια για να ξαναβρεί τη σπίθα, που θα κερνούσε φλόγα τη ζωή της.
Κείμενο, Έλενα Κατσαντώνη
πηγή-Το είδα εδώ
Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014
Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης:Τι σημαίνει ευγένεια;
... Δεν λέμε ευθέως την αλήθεια. Δεν την αντέχει ο άλλος.
Επιστρέφει, επί παραδείγματι, ο σύζυγος στο σπίτι και η σύζυγος έχει κάνει κάποιο λάθος. Της επιτίθεται ο σύζυγος:
"Λάθος έκανες, Αυτή είναι η αλήθεια. Η αλήθεια να λέγεται!".
Δεν είναι αυτή η αλήθεια. Δεν είναι αυτό αγάπη. Αυτό είναι εγωϊσμός. Αυτό σημαίνει ότι δεν αγαπάς την γυναίκα σου που την αγκαλιάζεις κάθε ημέρα, αφού της δίνεις μιά στο κεφάλι και στην καρδιά της. Πώς συμβιβάζονται αυτά;
Το ίδιο ισχύει και για την γυναίκα με τον άνδρα, για τον Γέροντα με τον υποτακτικό, τον υποτακτικό με τον Γέροντα, τον αδελφό με τον αδελφό....
Να λοιπόν τι σημαίνει ευγένεια...
Επιστρέφει, επί παραδείγματι, ο σύζυγος στο σπίτι και η σύζυγος έχει κάνει κάποιο λάθος. Της επιτίθεται ο σύζυγος:
"Λάθος έκανες, Αυτή είναι η αλήθεια. Η αλήθεια να λέγεται!".
Δεν είναι αυτή η αλήθεια. Δεν είναι αυτό αγάπη. Αυτό είναι εγωϊσμός. Αυτό σημαίνει ότι δεν αγαπάς την γυναίκα σου που την αγκαλιάζεις κάθε ημέρα, αφού της δίνεις μιά στο κεφάλι και στην καρδιά της. Πώς συμβιβάζονται αυτά;
Το ίδιο ισχύει και για την γυναίκα με τον άνδρα, για τον Γέροντα με τον υποτακτικό, τον υποτακτικό με τον Γέροντα, τον αδελφό με τον αδελφό....
Να λοιπόν τι σημαίνει ευγένεια...
Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2014
Μπροστά στην μικρούλα Θεοτόκο αγανακτώ για την έκτρωση
Του π.Παντελεήμονος Κρούσκου
Αναγνωρίζω πώς πολλές κυρίες πού μας διαβάζουν ίσως έχουν περάσει αυτή την τραυματική εμπειρία , αυτά τα φρικτα διλήμματα και τώρα υποφέρουν. Ίσως και να τους κακοφαίνεται. Δεν στιγματίζω ανθρώπους πού έχουν μετανοήσει και το μόνο που τους αξίζει έιναι μια αγκαλιά. Γι αυτό και δεν γράφω συχνά για τέτοια θέματα , για να μην πληγώσω όσες βασανίζονται τώρα και είναι μεταμελημένες. Από ίχνη καθαρά κοσμικού ανθρωπισμού πού επιβιώνουν εντός μου.Αλλά ωστόσο δεν μπορώ να μην τα γράφω γι αυτούς πού χωρίς να κοκκινίζουν, χωρίς να μελετούν την φύση του πράγματος, επιστρατεύουν χιλιάδες νόμιμες και ηθικές δικαιολογίες για να υπερασπιστούν το δικαίωμα στην έκτρωση. Είναι σαν να λέμε: Πεινάει ο κόσμος, δεν χωράει η γη τον κόσμο, σκοτώστε 2 δις από την πλεμπα να ξελαφρώσουμε. Πολλοί θιασώτες της έκτρωσης θα επαναστατούσαν μπροστά σε αυτο. Ωστόσο δεν ειναι πρόθυμοι να δούν το δικαίωμα στην ζωή ενός αγέννητου παιδιού.
Δεν υπάρχει πιό απάνθρωπο πράγμα από την έκτρωση.
Ενα ανυπεράσπιστο παιδί, μια ψυχή( αυτά για τα ανεξεικόνιστα οβραίικα και σοφιστικά τα ακούω βερεσε) μια ψυχούλα αθώα, καταδικάζεται σε θάνατο από την μάνα, το πατέρα, τον γιατρό, τις οργανώσεις δικαιωμάτων, την κοινωνία την ίδια, από πρακτικά φιλάνθρωπα πνεύματα με ...κατανόηση και μετα δολοφονείται με οξύ ή με μαχαίρι χωρίς να μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του!
Και αυτό είναι δικαίωμα, πολιτισμός και σοφή πράξη!
Ποιός θα το υπερασπιστεί το άμοιρο, πού οι περισσότεροι δεν του αναγνωρίζουν ύπαρξη. Που φρονούν ότι είναι εξάρτημα του ανθρωπίνου σώματος, όπως το έντερο και το συκώτι. Τι βολική και απάνθρωπη λογική!
Δε λογαριάζω ηλικία, φτώχεια και άλλες δικαιολογίες. Να πεινάσεις να το θρέψεις! Είσαι μικρή;Να μεγαλώσεις μαζί του. Η ζωή μας ρυθμίζεται με τις επιλογές μας. Δεν μπορεί ο καθένας να παριστάνει τον Θεό και να αποφασίσει για μια ζωή. Οι άνθρωποι είμαστε μικρόψυχοι και δειλοί. Επειδή είμαστε εξαρτημένοι συναισθηματικά με την μητέρα (ή τον πατέρα), προσπαθούμε να την απαλλάξουμε από διάφορα βάρη και την λυπούμαστε, όταν βέβαια ΔΕΝ της το επιβάλλουμε από καθαρό ηθικισμό ή για την δική μας βολή.
Ενώ για το αγέννητο με το οποίο δεν δεθήκαμε ούτε έχουμε συμφέρον από αυτό δεν δίνουμε μια δεκάρα. Και πέφτει το αίμα πάνω στο δυστυχισμένο πλάσμα που λεγεται μητέρα της έκτρωσης, το αίμα του αθώου φονευμένου παιδιού, και δεν μπορεί να ησυχάσει η καημένη μέχρι τα γεράματα της. Και μετά εκ των υστέρων ζητά μετάνοια και παρηγοριά από την εκκλησία. Όπως όλοι οι ψύχραιμοι αλλα και οι εν βρασμώ φονείς, πού κατατρύχονται από τις ερινύες τους.Ή τρέχει στους ψυχολόγους χωρίς να βρίσκει ανάπαυση.
Δεν με νοιάζει αν με πούν συντηρητικό, συναισθηματικό ή ξύλινο, ηθικολόγο ή στενόμυαλο. Χρειάζεται η πιό σκληρή ηθικολογία πολλές φορές, γιατί με τους πονηρούς και τους ηθικολόγους αντιπαλεύουμε.
Εγώ όποιον εξουθενώνει τον αδύναμο με οποιαδήποτε πρόφαση και παριστάνει τον Θεό τον βάζω απέναντι μου!Του αντιστέκομαι τον δείχνω και με το δάχτυλο.Είναι η εικόνα ενος πονεμένου ανθρώπου πού δείχνει τον αντίχριστο, για όποιον δεν μπορεί να τον αναγνωρίσει.
Και μην νομίζετε πώς τα βάζω με τις μητέρες κυρίως, αν και κάποιες πωρωμένες από αυτές κάνουν έκτρωση, σαν να κάνουν τσιγάρο, αλλά με την θεσμοκρατούμενη κοινωνία πού όλα είναι ηθικά και αγγελικά πλασμένα. Ακόμα και το να σκοτώσεις με οξύ και μαχαίρι ένα μωρό.
Ζούμε στην εποχή του δαρβινισμού.
Όποιος δεν μπορεί να επιβιώσει δηλαδή ας πεθανει. Ο νόμος της ζούγκλας σε μας πού λεγόμαστε άνθρωποι και φύσηξε πάνω μας ο Δημιουργός.
Ε λοιπόν πολλοί από εμας θα γίνουμε κακοί για να μην περάσει τέτοια φρικτή ιδεολογία, πού εκφράζεται με την πιό άνανδρη και άσπλαχνη πράξη. Του δειλού πού τρωει την σάρκα του αθώου και του ανυπεράσπιστου.
Και θα μας βρείτε μπροστά σας!
iereasanatolikisekklisias.
Δεν με νοιάζει αν με πούν συντηρητικό, συναισθηματικό ή ξύλινο, ηθικολόγο ή στενόμυαλο. Χρειάζεται η πιό σκληρή ηθικολογία πολλές φορές, γιατί με τους πονηρούς και τους ηθικολόγους αντιπαλεύουμε.
Εγώ όποιον εξουθενώνει τον αδύναμο με οποιαδήποτε πρόφαση και παριστάνει τον Θεό τον βάζω απέναντι μου!Του αντιστέκομαι τον δείχνω και με το δάχτυλο.Είναι η εικόνα ενος πονεμένου ανθρώπου πού δείχνει τον αντίχριστο, για όποιον δεν μπορεί να τον αναγνωρίσει.
Και μην νομίζετε πώς τα βάζω με τις μητέρες κυρίως, αν και κάποιες πωρωμένες από αυτές κάνουν έκτρωση, σαν να κάνουν τσιγάρο, αλλά με την θεσμοκρατούμενη κοινωνία πού όλα είναι ηθικά και αγγελικά πλασμένα. Ακόμα και το να σκοτώσεις με οξύ και μαχαίρι ένα μωρό.
Ζούμε στην εποχή του δαρβινισμού.
Όποιος δεν μπορεί να επιβιώσει δηλαδή ας πεθανει. Ο νόμος της ζούγκλας σε μας πού λεγόμαστε άνθρωποι και φύσηξε πάνω μας ο Δημιουργός.
Ε λοιπόν πολλοί από εμας θα γίνουμε κακοί για να μην περάσει τέτοια φρικτή ιδεολογία, πού εκφράζεται με την πιό άνανδρη και άσπλαχνη πράξη. Του δειλού πού τρωει την σάρκα του αθώου και του ανυπεράσπιστου.
Και θα μας βρείτε μπροστά σας!
iereasanatolikisekklisias.
Με αφορμή μια ζωγραφιά...
Ευγενία Παρασχάκη
Όλοι την φωνάζουν το "φρικιό" και την δείχνουν με το δάχτυλο. Περπατά στο πεζοδρόμιο, σκυφτή, χωρίς να δίνει σημασία στις φωνές και τις βρισιές. Κάνει μεγάλα άτσαλα βήματα και κλοτσάει με το πόδι της πέτρες και χώματα. Και όμως το πρόσωπο της είναι ήρεμο...
-Καλά αναίσθητη είσαι κορίτσι μου. Δεν ακούς που σε κοροϊδεύουν. Αντιμετώπισε τους. Βρίσε τους λιγάκι.
Τίποτα αυτή. Δεν ακούει την φωνή μου. Μεγαλώνει το βήμα και στρίβει στη γωνία του δρόμου. Χάνεται από τα μάτια των άλλων. Και τότε, αρχίζει να τρέχει, να τρέχει. Ώσπου σταματάει να ξαποστάσει. Τα μάτια της είναι γεμάτα δάκρυα. Πέφτει κάτω στις λάσπες. Κάνει να σηκωθεί. Δεν μπορεί. Νιώθει βαριά. Πέτρα ασήκωτη είναι η καρδιά της. Το μυαλό της βουίζει. Τα χέρια της τρέμουν. Αν την δουν έτσι οι άλλοι, θα την βρίσουν χειρότερα. Θα την πουν <<ρεμάλι>> και δεν το θέλει. Δεν είναι αλήθεια!!!
Αργά- αργά σηκώνεται. Σε τι χάλι όμως! Τα κατάμαυρα ρούχα της, γεμάτα λάσπες έχουν κολλήσει πάνω στο σώμα της από τις τρύπες στο παντελόνι και στην μπλούζα. Οι αλυσίδες κρέμονται...
Συνεχίζει το τρέξιμο. Φτάνει μπροστά σε μια καγκελόπορτα. Ένας κήπος ρημαγμένος και πιο μέσα ένα σπίτι κατεστραμμένο. Μπαίνει μέσα, χάνεται στα πίσω δωμάτια. Την ακολουθάω προσεκτικά. Τι είναι αυτό Θεέ μου;... Ανάμεσα σε χαλάσματα τρία μικρά κρεβάτια. Το ένα άδειο. Υποθέτω ότι είναι το κρεβάτι του κοριτσιού. Στο άλλο μια μεγάλη γυναίκα. Τα μάτια της, ορθάνοιχτα, κοιτούν στο κενό. Αχ Θεέ μου, τυφλή είναι!!! Στο άλλο κρεβάτι ένα κοριτσάκι ως επτά χρονών. Τα ματάκια του κατάκλειστα δεν κοιτούν πουθενά...!
Το κορίτσι πλησιάζει την γυναίκα...:
- Γλυκιά μου μανούλα γύρισα, πώς είσαι σήμερα; Χρειάστηκες τίποτα όσο έλειπα;
- Όχι ομορφιά μου, όλα ήταν καλά. Τα φρόντισες όλα πριν φύγεις. Σ’ ευχαριστώ αγάπη μου, σ’ ευχαριστώ κάνεις τα πάντα για μας.
- Μάνα σας αγαπώ τόσο πολύ, πώς θα μπορούσα να μην σας φροντίζω με όλη μου την καρδιά, εσένα και την μικρή μου αδελφή;
Και πλησίασε την αδερφή της και την σφιχταγκάλιασε με αγάπη! Τα ματάκια του μικρού σφίχτηκαν καθώς αγκάλιαζαν τη μεγάλη αδελφή, μα δεν άνοιξαν...
-Ειρήνη, --αα! ώστε έτσι έλεγαν το κορίτσι--, Ειρήνη, ξαναλέει το μικρό με γλύκα, που ήσουν; Σε έψαχνα... Ήθελα να βγούμε έξω, να με πας βόλτα, αλλά εσύ δεν ήσουν εδώ... Σε φώναζα αλλά δεν απαντούσες...! Πού ήσουν;
- Μικρό μου, έξω ήμουν, σας έφερα το φαγητό σας, του είπε και του χάιδεψε το χεράκι. Την σκέπασε καλά και την ξαναφίλησε με αγάπη.
Έπειτα, σηκώθηκε, πήγε κοντά στην μάνα της, την φίλησε και της είπε:
- Μάνα, πάω να ετοιμάσω το φαγητό, να σας φέρω να φάτε...
Και έκανε να φύγει. Μα η φωνή από το κρεβάτι της μάνας την σταμάτησε μπρος στην πόρτα.
-Ειρήνη κορίτσι μου, έλα εδώ, θέλω να σου πω μερικά πράγματα...!
...- Έχω να σε δω περίπου από τα 8 σου χρόνια. Σε θυμάμαι με το λευκό σου φουστανάκι, να τρέχεις μες στον κήπο μας και να πέφτεις στην αγκαλιά του πατέρα σου. Τώρα; Τώρα δεν ξέρω πως είσαι! Έχεις εκείνο το όμορφο λουλούδι στα μαλλιά ; Τα όμορφα βραχιόλια σου; Φοράς τα ροζ σου πέδιλα; Δεν έχω πια εικόνα σου στο μυαλό μου... Πώς είσαι, Ειρήνη μου; Πως είσαι; Πες μου...!
-Ναι, Ειρήνη, πες μας πως είσαι; Εγώ δεν σε θυμάμαι καθόλου...! λέει και η μικρή αδερφή. Εγώ, σε φαντάζομαι Ειρήνη, να είσαι σαν άγγελος!!!
Τα μάτια της Ειρήνης γέμισαν δάκρυα...! Τι να τους έλεγε τώρα; Κοίταξε τα μαύρα λασπωμένα ρούχα της, τις αλυσίδες που κρέμονταν. Αχ! Πώς είχε καταντήσει έτσι; Μα ο δρόμος μετά τον θάνατο του πατέρα της, την τύφλωση της μάνας και της αδερφής της, την είχε οδηγήσει σε αυτήν την κατάσταση...!
Και τότε πήρε την απόφαση της:
-Γλυκιά μου μάνα, γλυκιά μου αδερφούλα, έτσι είμαι όπως με θυμάστε και με φαντάζεστε. Με το λευκό μου φόρεμα και το λουλούδι στα μαλλιά. Τίποτα δεν άλλαξα. Έμεινα έτσι ακριβώς όπως μου έμαθες και μου δίδαξες καλή μου μάνα, κατάλευκη, να σκορπίζω πάντοτε την χαρά, την αγάπη και την ειρήνη!!!
Της Πούλιου Ευτυχίδου
Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014
Το άγιο Νήπιο και ο άγιος Ρωμανός (18 Νοεμβρίου)
Οι άγιοι Πλάτων, Ρωμανός, Βαρουλάς (το όνομα του Νηπίου, σύμφωνα με μια ρωσική παράδοση), Ζακχαίος και Αλφαίος. Από το μηνολόγιο του Νοεμβρίου
«Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» (Ματθ. ΚΑ’ 16) λέγει ο Ψαλμωδός. Και αυτός ο αίνος δεν είναι φανταστικός, ούτε ρητορικό σχήμα, αλλά μια μεγαλειώδης και ένδοξη πραγματικότητα, με αληθινά νήπια ευλογημένα, που ομολόγησαν και εμαρτύρησαν και θυσιάστηκαν για τον Χριστό. Ναι, νήπια και μικρά παιδιά, που φωνάζουν και διαλαλούν την πίστι τους μέσα στους αιώνες και τραγουδούν αγγελικά το όνομα του Ιησού Χριστού! Πολλά είναι τα νήπια, που ανέβηκαν στον υψηλότατον βωμό του Μαρτυρίου. Από τις 14.000 νήπια, που κατέσφαξε ο αιμοσταγής Ηρώδης ο θηριόψυχος, έως τον τριετή Κήρυκο και ως τα «μειράκια» των νεομαρτύρων. Ένα από αυτά τα Άγια Νήπια γιορτάζει και η Εκκλησία μας, μαζί με τον Άγιο Ρωμανό και τον Άγιο Παιδομάρτυρα Πλάτωνα, στις 18 Μοεμβρίου. Μένει ανώνυμο στα Συναξάρια το Άγιο αυτό Νήπιο και άγνωστο το όνομά του σε μάς σήμερα. Είναι όμως γνωστό και ένδοξο στην Βασιλεία του Θεού.
Το Συναξάρι του Αγίου Νηπίου, που είναι συνδεδεμένο με το Συναξάρι του Αγίου Ρωμανού, αναφέρει τους εξής δύο στίχους:
«Κόλπους Αβραάμ νήπιον λαχόν ξίφει τοις Βηθλεέμ σύνεδρον ώφθη νηπίοις».
Και στην σημερινή γλώσσα σημαίνει ότι το «νήπιον με τον αποκεφαλισμό του δια ξίφους επέτυχε να πάη στους κόλπους του Αβραάμ (μεταφορική παρομοίωσι του Παραδείσου) και να εχη συντροφιά τα νήπια της Βηθλεέμ». Οι δύο – τρεις στίχοι, που προτάσσονται πάντοτε σε κάθε Συναξάρι των Αγίων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας, είναι σαν ένα είδος ταυτότητος, μιας ατομικής καταγραφής της κάθε περιπτώσεως και περιέχει πολύ συνοπτικά, σχεδόν επιγραμματικά το όνομα, το μαρτύριο, τον τύπο, την ιδιότητα και την ήμερα της θυσίας του Μάρτυρος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζουν σαν τις επιγραφές, που βάζουν σήμερα πάνω στους επιτάφιους σταυρούς των Χριστιανών, με το όνομα, την πατρίδα, την ιδιότητα και την χρονολογία γεννήσεως και θανάτου του αποβιώσαντος.
Γι’ αυτό και υπάρχουν πολλά τέτοια μεμονωμένα περιστατικά στα Συναξάρια, όπου μνημονεύονται οι Άγιοι και οι Μάρτυρες, χωρίς υπόμνημα (βιογραφία) και μόνο με τους αρχικούς στίχους, που διασώθηκαν από την θυελλώδη εκείνη περίοδο των διωγμών, κατά την οποία δεν υπήρχαν οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις να γίνωνται γνωστά όλα τα στοιχεία και να καταγράφωνται με πληρότητα. Οι Χριστιανοί ήταν συνεχώς διωκόμενοι και η Εκκλησία κρυμμένη από τα μάτια της κοσμικής εξουσίας, έτσι, που πολλές φορές μετακόμιζαν από πόλι σε πόλι και πολλά στοιχεία και βιβλία και πληροφορίες χάνονταν, καίγονταν ή καταστρέφονταν από την αναστάτωσι, τις μετακινήσεις, τους διωγμούς, τις καταστροφές και τις πυρκαγιές.
Γι’ αυτό και πρέπει να ευγνωμονούμε όλους εκείνους, που βοήθησαν, κουράστηκαν και κινδύνευσαν για να διασωθούν ως τις μέρες μας, όλα τα σπουδαία στοιχεία, που έχουμε από την μεγάλη και ηρωική εκείνη εποχή, την πιο βάρβαρη σε αγριότητα, αλλά και την πιο υψηλή και ένδοξη μέσα στην παγκόσμια ιστορία. Είναι η πιο κορυφαία στιγμή του ιστορικού ανθρώπου, στην προσπάθειά του να ξαναγυρίση κοντά στον Δημιουργό του και να απάντηση στο μέγα κάλεσμα της αγάπης του Θεού.
Ας επιστρέψουμε όμως στην ιστορία του Αγίου Νηπίου και του Αγίου Ρωμανού, που ζούσαν την εποχή του βασιλέως της Ρώμης Μαξιμιανού, το 286 – 304 μ.Χ. Ο Ρωμανός ήταν διάκονος στην Καισάρεια της Παλαιστίνης και αργότερα πήγε στην Αντιόχεια. (Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι οι Συναξαριστές μιλούν για δύο συνωνύυμους Αγίους την ίδια μέρα, με το όνομα Ρωμανός, μέσα στην ίδια περιοχή σχεδόν και με το ίδιο μαρτύριο, που γιορτάζονται την ίδια μέρα. Η μόνη διαφορά τους είναι το επεισόδιο με το νήπιο. Πιθανόν να πρόκειται για δύο ξεχωριστούς Αγίους, αλλά εξ ίσου πιθανόν είναι να πρόκειται για ένα και το ίδιο πρόσωπο, που όμως παραδόθηκε από δύο διαφορετικές πηγές).
Μιαν ημέρα, που ο Έπαρχος Ασκληπιάδης έμπαινε στο ναό των ειδώλων, ο διάκονος Ρωμανός, που είχε αγωνιστικότατον φρόνημα, δεν δίστασε να ελέγξη τολμηρά και δημόσια τον άρχοντα και τού είπε:
– Δεν είναι θεοί τα είδωλά σας, οι δε Χριστιανοί υπερέχουν σε ευσέβεια, γιατί λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Αυτό το μαρτυρούν ακόμα και τα μικρά παιδιά.
Και για να επιβεβαιώση τα λόγια του εζήτησε την μαρτυρία ενός μικρού παιδιού, γύρω στα πέντε του χρόνια, που το κρατούσε η μητέρα του στην αγκαλιά. Το πήρε λοιπόν ένας από τους στρατιώτες, που ακολουθούσαν τον Έπαρχο και το πλησίασαν κοντά του και ο Ασκληπιάδης ερώτησε το νήπιον:
– Ποίον δει σέβειν Θεόν; (Ποιόν Θεόν πρέπει να σεβώμεθα;).
– Τον Χριστόν, απήντησε το μικρό παιδί.
Οργισμένος και ντροπιασμένος ο Έπαρχος χτύπησε στο πρόσωπο το νήπιο και διέταξε να κόψουν την γλώσσα του Αγίου Ρωμανού. Οι δήμιοι εξετέλεσαν αμέσως την διαταγή του Επάρχου, αλλά ο Μάρτυς και με κομμένη την γλώσσα συνέχισε να μιλά θαυματουργικά με κανονική φωνή και δόξαζε τον Θεό και το άπειρο έλεός του. Το νήπιο, που το ξαναχτυπούν οι στρατιώτες και διψά, ζητά λίγο νερό. Η μητέρα του όμως, η οποία βρίσκεται κοντά του, του φωνάζει:
– Μη πιής, παιδί μου, από το νερό των ειδωλολατρών. Να κάνης υπομονή και να πιής το νερό, που θα σου δώση ο ίδιος ο Χριστός.
Το νήπιο, που τόσο θαρρετά ωμολόγησε την πίστι του στον Χριστό, θα αποκεφαλισθή από κάποιον στρατιώτη, κατά διαταγή του Επάρχου, ενώ ο Ρωμανός θα κλεισθή στην φυλακή, όπου και θα συνεχισθούν οι ξυλοδαρμοί και τα μαρτύρια. Το γεγονός της γενναίας και δημοσίας ομολογίας του θα το μάθη ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός, καθώς και το παράδοξο θαύμα, να μιλά δηλαδή ο Μάρτυρας και με κομμένη την γλώσσα, πράγμα φυσικώς αδύνατο, αντί νσ θαυμάση και νσ σκεφθή την δύναμι του Θεού του ζώντος, αγριεύει και δίνει αυστηρή διαταγή νσ θανατωθή και ο Ρωμανός στην φυλακή με απαγχονισμό. Η διαταγή του αυτοκράτορος, που φοβάται μη γνωσθή ευρύτερα το γεγονός και οι Χριστιανοί πάρουν θάρρος και αρχίζουν να ελέγχουν δημοσίως τους τυράννους των, εκτελείται αμέσως. Ο απαγχονισμός του Αγίου έγινε μέσα στην φυλακή και ο πιστός Ρωμανός έλαβε τον στέφανον της μαρτυρικής θυσίας του. Οι δύο στίχοι του Συναξαριού του αναφέρουν χαρακτηριστικά:
«Ρωμαλέος ην Ρωμανός προς βασάνους
ρώμη κρατυνθείς παντοδυνάμου Λόγου».
Και σε σημερινή μετάφρασι:
«Γενναίος εστάθηκε στα βάσανα ο Ρωμανός
αφού δυναμώθηκε με την δύναμι του παντοδυνάμου Λόγου».
Η θυσία της πρόσκαιρης και μάταιης ζωής αυτού του κόσμου όμως τον ανέβασε στα υψη της ουράνιας δόξας και της αιωνίας ευτυχίας στην Βασιλεία των Ουρανών, όπου βρίσκεται τώρα. Γι’ αυτό και ταιριάζει να κλείσουμε τις λίγες αυτές γραμμές, με το θαυμάσιο Κοντάκιόν του, που ψάλλεται κάθε χρόνο στην γιορτή του, σε ήχο Δ’ (Προσόμοιον: «Επεφάνης σήμερον»):
«Ως αστέρα μέγιστον, η Εκκλησία,
Ρωμανέ πανεύφημε,
σε κεκτημένη αληθώς,
φωταγωγείται τοις άθλοις σου,
την φωτοφόρον δοξάζουσα μνήμην σου».
Π. Μ. Σωτήρχου, Παιδομάρτυρες, σελ. 81-86
Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014
Η πρώτη δόκιμη στην Τανζανία
"ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΣΑΡΑ. ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΔΟΚΙΜΗ ΜΟΝΑΧΗ ΣΤΗΝ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΗ ΜΑΣ. ΕΥΧΕΣΘΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΕΡΕΩΜΕΝΗ Η ΝΥΜΦΗ ΧΡΙΣΤΟΥ."
Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014
Ιησού μου,στις καρδιές των νέων με τα όμορφα τριαντάφυλλα, γίνε Φράκτης!
π.Ανδρέας Κονάνος
Σάββατο βράδυ.Είδα ένα ζευγάρι στο Χαλάνδρι.
Μια κοπέλα όμορφη, με το αγόρι της.
Πάρκαραν, και βγήκαν απ’ το αυτοκίνητο, για να διασκεδάσουν.
Είδα την κοπέλα και το ντύσιμό της.Έκανε ψύχρα το βράδυ, μα αυτή φορούσε τόσο λίγα.
Κι αναρωτήθηκα αν βγήκε για να πει "ανήκω στον καλό μου" ή κάτι σαν "περάστε κόσμε"!!!
Κι ήθελα να της πω:
Ρε κοπελιά μου όμορφη, η σχέση θέλει και λίγη περιφρούρηση.
Κάτι σα "φράχτη", μη σου κλέψουν (τα ξένα βλέμματα, αγγίγματα ή λογισμοί) τα τριαντάφυλλα, και μείνουν μόνο αγκάθια να τρυπούν του ευαίσθητου αγοριού σου την καρδιά.
Υπάρχει κι η ζήλεια, κι η ανασφάλεια κι αυτό που στη σχέση λέγεται "αποκλειστικότητα".
Αποφάσισε σε ποιον θες ν’ ανήκεις. Και δείξε το μετά, λίγο πιο έμπρακτα.
Υποστήριξε την αγάπη σου.Ο άλλος κλονίζεται.Γεμίζει αμφιβολίες.
Μα το φανάρι έδειξε πράσινο.
Έβαλα πρώτη κι έφυγα.
Κι ένιωθα τι δύσκολο είναι να κρατιέται μια σχέση θερμή, ζωντανή και σίγουρη, με διάρκεια.Όλα παίζονται. Ανά πάσα στιγμή.
Κύριε, Ιησού, Χριστέ…
Μήπως όλα αυτά είναι κοσμικά και χαμηλά και δε σ’ αγγίζουνε Εσένα;
Έχεις άραγε κάποια εμπλοκή σ’ όλο αυτό το σκηνικό, Εσύ;…
Μπορείς κάτι να πεις, κάτι να κάνεις, κάτι να δώσεις;
Αν ναι, κάνε το.
Ιησού μου,στις καρδιές των νέων
με τα όμορφα τριαντάφυλλα,
γίνε Φράκτης!
.facebook.com-Το είδα ΕΔΩ
Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014
Η πίστη και το κουράγιο της Βέφας Αλεξιάδου
Μια χριστιανή μητέρα για την κοίμηση της κόρης της
Η τηλεοπτική σεφ Βέφα Αλεξιάδου, η οποία έχασε αναπάντεχα την κόρη της Αλεξία, αισθάνθηκε την ανάγκη να επικοινωνήσει με τους φίλους της στο Facebook και να τους ευχαριστήσει για την συμπαράσταση που έδειξαν στον μεγάλο της πόνο.
«... Φίλες και φίλοι μου Καλημέρα. Τρίτη σήμερα. Ξημέρωσε μια όμορφη μέρα, όπως μια εβδομάδα πριν που δεν ήξερα τι θα μου έφερνε. Μου φύλαγε ανείπωτο πόνο! Ένα δυνατό χτύπημα το πιο δυνατό που ένιωσα στη ζωή μου και που μπορεί να νιώσει άνθρωπος. Άνοιξα και σήμερα την πόρτα μου, όπως τότε, καλημέρισα τη ζωή και παρακάλεσα το Θεό, όπως κάθε μέρα, να μου δώσει τη δύναμη αντιμετωπίσω, ότι θα φέρει στο διάβα της. Παρακάλεσα να μου δώσει επί πλέον δύναμη όση χρειάζομαι για να σταθώ στα πόδια μου και να συνεχίσω με θάρρος τη ζωή. Παρόλο το βαθύ, το μεγάλο πόνο μου.
Η βαθειά πίστη μου στο Θεό είναι το στήριγμά μου, όπως και σε κάθε πονεμένο άνθρωπο που πιστεύει σ' Αυτόν. Δεν θα πω, όπως λένε κάποιοι, ότι τα μεγάλα δέντρα χτυπούν οι κεραυνοί. Χιλιάδες, εκατομμύρια μανούλες ένιωσαν τον ίδιο πόνο που νιώθω εγώ, και πρώτη απ' όλες η Παναγιά μας, που ο δικός της πόνος ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερος από όλους τους δικούς μας, γιατί είδε το παιδί της να πεθαίνει άδικα με το μαρτυρικότερο θάνατο κρεμασμένο επάνω στο Σταυρό. Η δύναμη της, ο δικός της πόνος δίνει κουράγιο στο δικό μας πόνο.
Δεν μας τα παίρνει τα παιδιά μας ο Θεός, που στην ουσία είναι δικά του παιδιά. Ο Θεός δεν είναι κακός, δεν είναι τιμωρός. Αυτή είναι η ζωή μας! Και το ξέρουμε από τη στιγμή που γεννιόμαστε, ότι συγκρινόμενη με την αιωνιότητα είναι ένα απειροελάχιστο ταξίδι.
Γι αυτό πρέπει να είμαστε πάντα έτοιμοι για τη στιγμή που θα φτάσουμε στο τέρμα και θα περάσουμε στην αιώνια ζωή. Στο σύντομο αυτό ταξίδι εδώ κάτω στη γη, η ζωή μας είναι ένα μεγάλο σχολειό! Όλοι είμαστε μαθητές, δίνουμε εξετάσεις, κι εκεί επάνω ψηλά απονέμονται τα βραβεία. Όσο καλύτερες είναι οι επιδόσεις και οι αντοχές μας, τόσο μεγαλύτερη η ανταμοιβή μας.
Και μέσα από τα φυλλώματα των δέντρων τρυπώνει ο ήλιος και ζεσταίνει τις καρδιές μας. Έχετε σκεφθεί ότι το φως του τρέχει με τέτοια ταχύτητα στο άπειρο και ότι όχι μόνον εμείς αλλά και γενιές που δεν γεννηθήκαν ακόμη είμαστε ξεπερασμένοι;...»
πηγή-Το είδα ΕΔΩ
Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014
Το ήθος των γονιών χτίζει το χαρακτήρα των παιδιών
στο χαρακτήρα του παιδιού. Όσο πιο ξεκάθαρες και γεμάτες αποδοχή είναι οι αντιλήψεις σας για τον κόσμο, τόσο πιο σταθερά θα εδραιώνεται αυτή η ηθική στάση και τόσο πιο εύκολο θα είναι για τα παιδιά σας να προσαρμοστούν στους κοινωνικούς κανόνες.
Η στάση σας απέναντι στα προβλήματα της ζωής αποκαλύπτεται από τις συζητήσεις σας. Αυτά που ακούνε τα παιδιά στο σπίτι έχουν μεγάλη σημασία για την ανάπτυξή τους. Πρέπει να είστε προσεκτικοί μ’ αυτά που λέτε μπροστά στο παιδί σας, και ποτέ μην υποτιμάτε τη νοημοσύνη τον. Καταλαβαίνει πολύ περισσότερα απ’ όσα εσείς νομίζετε. Μπορεί να μη γνωρίζει ακόμα κάποιες λέξεις, αλλά κι απ’ την πολύ μικρή του ηλικία είναι ικανό να “πιάσει” το νόημα μιας συζήτησης ανάμεσα στους ενήλικους. Και, προσοχή:
Οι απαισιόδοξες απόψεις -δικές σας ή του περιβάλλοντος σας- δεν είναι δυνατό να παρακινήσουν το παιδί στη χαρά της ζωής και τη δημιουργικότητα. Οι συνεχείς επικρίσεις σας για την κατάπτωση του ανθρώπου και τη διαφθορά του κόσμου δεν μπορούν να παρακινήσουν τα παιδιά, ώστε να γίνουν χρήσιμα μέλη της κοινωνίας.
Θα πρέπει να δείξετε στο παιδί την ομορφιά της ζωής και την αξία της Τέχνης. Το παιδί πρέπει να διδαχτεί να θαυμάζει τη φύση και τη χαρά της γνώσης και του προβληματισμού. Θ’ αρχίσει να νιώθει ένα πρώιμο ενδιαφέρον γι’ αυτά τα πράγματα, αν εσείς του μιλάτε σχετικά την ώρα του φαγητού στο τραπέζι ή βγαίνοντας περίπατο μαζί του. Η ίδια η ατμόσφαιρα του σπιτιού, εκτός από τις ειδικές σχολικές ανάγκες, παίζει καθοδηγητικό ρόλο στη διανοητική, πνευματική και συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Ασκεί μια ζωντανή επίδραση πάνω στο χαρακτήρα του, στη νοοτροπία και στο ταμπεραμέντο του. Πολλή και κοπιαστική εργασία θα εξοικονομηθεί από την κατοπινή του εκπαίδευση, αν η ανατροφή του είναι ήρεμη και δημιουργική από τον πρώτο καιρό της κοινωνικής του ζωής μέσα στην οικογένεια.
Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η ήρεμη οικογενειακή ατμόσφαιρα είναι δύσκολο να βρεθεί στην εποχή μας, μια εποχή ανασφάλειας, αβεβαιότητας και έντονου ανταγωνισμού. Οι γονείς, ωστόσο, μπορούν να φυλαχτούν απ’ τον πειρασμό και να μη ρίξουν το σφάλμα -για την έλλειψη αρμονίας- στις συνθήκες της ζωής τους, στους παππούδες, στα πεθερικά ή ο ένας στον άλλο. Αν γίνει αυτό, η ατμόσφαιρα στο σπίτι θα βαρύνει ακόμα πιο πολύ. Και θα φέρει κι άλλες συγκρούσεις. Μπορείτε να βελτιώσετε (ίσως και να αλλάξετε) τις συνθήκες αλλάζοντας τη δική σας συμπεριφορά, και προσπαθώντας με κάθε τρόπο να βελτιώσετε τη συμβολή σας στην αλλαγή αυτής της κατάστασης. Οι οικονομικές δυσκολίες, τα ελαττώματα του χαρακτήρα, η ασυμφωνία των γονιών, ο στενός χώρος στην κατοικία, οι ανεπιθύμητοι γείτονες ή συγγενείς, οι αρρώστιες - δηλαδή, η κάθε ανωμαλία στο οικογενειακό καθεστώς, η κάθε διατάραξη της γαλήνης- όλα αυτά απαιτούν ακόμη μεγαλύτερη προσοχή στον τρόπο που χρησιμοποιούμε για να τα αντιμετωπίσουμε. Η αγανάκτηση και η αποθάρρυνση, ένας καυγάς -ανεξάρτητα πόσο δικαιολογημένα ή κατανοητά είναι όλα αυτά- μπορούν να προσθέσουν νέες δυσκολίες στην, ήδη, δύσκολη κατάσταση, και να βλάψουν την ανάπτυξη του παιδιού, πολύ περισσότερο από τα ίδια δυσάρεστα γεγονότα ή καταστάσεις.
Πηγή
Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014
Μεγάλο κακό το να κρίνουμε μόνο από αυτά που βλεπουμε.
Μπήκε στο αμάξι του και πήρε τον δρόμο για το σπιτικό του. Ήταν πολύ κουρασμένος. Σωματικά αλλά και ψυχικά. Όλη την ημέρα άκουγε τα προβλήματα του κόσμου προσπαθώντας να καθοδηγήσει, προσπαθώντας να μην αποκάμει ο ίδιος με αυτά που άκουγε δίνοντας συγχρόνως συγχώρεση και ελπίδα.
Καθώς είχε διασχίσει σχεδόν όλη την διαδρομή για το σπίτι του ξαφνικά πάτησε φρένο μπροστά σε ένα μαγαζί που πουλούσε σάντουιτς.
Κατέβηκε και με δυο τρία γρήγορα βήματα μπήκε μέσα στο κατάστημα. Η βροχή είχε δυναμώσει. Τα γυαλιά μυωπίας του θόλωσαν. Τα έβγαλε και τα σκούπισε με το εσώρασό του.
Στο κατάστημα δεν υπήρχε άλλος πελάτης. Δύο κοπέλες πίσω από τον κισέ και ένας νεαρός ο οποίος μάλλον πήγαινε τις παραγγελίες στα σπίτια.
«Θα ήθελα παρακαλώ, δύο σάντουιτς με γύρο και δύο με σουβλάκι...» είπε ο ιερέας.
Οι δύο κοπέλες κοιτάχτηκαν στα μάτια, με διάθεση να αστειευτούν.
Ο ιερέας κατευθύνθηκε προς το ψυγείο με τα αναψυκτικά και πήρε δύο. Τα τοποθέτησε δίπλα στην ταμειακή μηχανή. Αυτά που ζήτησε ήταν έτοιμα.
«Τι οφείλω παρακαλώ...», απευθύνθηκε στην κοπέλα που κτυπούσε τα πλήκτρα τις ταμειακής βαριεστημένα. Αντί όμως για την τιμή της παραγγελίας ο ιερέας δέχτηκε μία ερώτηση...
«Πάτερ, ξέρετε τί ημέρα είναι σήμερα; Μήπως ξεχάσατε»;
Ο ιερέας παραξενεύτηκε... «Τι ημέρα είναι...»;
«Είναι Παρασκευή πάτερ...δεν είναι νηστεία; Εσείς δήθεν πρέπει να μας δείχνεται το καλό παράδειγμα και όχι να τρώτε κρέατα τέτοια ημέρα...».
Ο ιερέας χαμήλωσε το κεφάλι του. Έβγαλε από το πορτοφόλι του το ποσό που είδε να αναγραφεται πάνω στην ταμειακή μηχανή.
«Κρατήστε τα ρέστα....θα ήθελα να προσεύχεστε για μένα, είμαι ένας ταλαίπωρος άνθρωπος γεμάτος πάθη...» είπε και βγήκε από το μαγαζί.
Η κοπέλα παρατήρησε ότι ο ιερέας βγαίνοντας από το μαγαζί τους δεν κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητό του, γεμάτη ικανοποίησε γι'αυτό που είπε έκανε να βγει και αυτή έξω...
«Μα που πάει...»; είπε κοιτώντας την άλλη κοπέλα η οποία είχε σαστίσει με το όλο σκηνικό.
Ο ιερέας κατευθύνθηκε προς την αντίθετη πλευρά που βρισκόταν η πορεία του προς το σπίτι του. Με γοργό βήμα σε λίγα δευτερόλεπτα βρέθηκε στο σημείο που ήθελε. Ένας κάδος σκουπιδιών. Η βροχή άρχισε να δυναμώνει ακόμα περισσότερο.
«Αδελφέ, μπορώ να σε απασχολήσω λίγο...» ήταν τα λόγια του ιερέως προς τον μελαψό άνδρα ο οποίος έψαχνε μέσα στα σκουπίδια.
Ο άνδρας άφησε τις σακούλες που είχε στο χέρι του. Κατευθύνθηκε προς τον ιερέα.
Στάθηκε ακριβώς μπροστά του. Τα μάτια τους κοινωνούσαν την ίδια βροχή, τον ίδιο αέρα, το ίδιο κρύο...
Ο ιερέας δεν είπε κάτι άλλο. Άπλωσε τα χέρια του τις σακούλες με τα σάντουιτς και τα αναψυκτικά.
Ο μελαψός άνδρας δεν άπλωσε τα δικά του. Μάλλον δεν πίστευε ότι αυτό του συμβαίνει. Ένα μικρό παιδάκι, μάλλον ο γιος του, το οποίο στεκόταν δίπλα του άπλωσε τα μικρά και αδύνατα χεράκια του και πήρε τις σακούλες και άρχισε να τα περιεργάζεται.
Ο ιερέας με ένα νεύμα συγκατάβασης γύρισε και απομακρύνθηκε.
Φτάνοντας στο αυτοκίνητό του, το οποίο το είχε αφήσει μπροστά στο σαντουιτσάδικο, τον περίμενε μια έκπληξη.
Η κοπέλα η οποία του είχε κάνει την παρατήρηση είχε βγει έξω για να δει που πήγε...τα είχε δει όλα.
«Πάτερ....συγνώμη...». Δεν πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει. Ο ιερέας της έπιασε τα χέρια και διακόπτοντάς την είπε: «Μην στεναχωριέσαι...να εύχεσαι για μένα, καλό σου βράδυ».
Τα μάτια της κοπέλας βούρκωσαν...δύο τρία δάκρυα κύλισαν στα μάγουλά της καθώς έβλεπε το αυτοκίνητο του ιερέως να χάνεται μέσα στην βροχερή νύχτα.
Από το απέναντι πεζοδρόμιο περνούσαν τώρα ο μελαψός άνδρας με το μικρό παιδάκι του γελώντας και τρώγοντας αυτά που τους πρόσφερε ο ιερέας.
Η κοπέλα μπήκε μέσα στο μαγαζί.
«Είσαι καλά»; την ρώτησε η συνάδελφός της.
«Μεγάλο κακό το να κρίνουμε γρήγορα και επιπόλαια μόνο από αυτά που βλέπουμε...» είπε με τρεμάμενη φωνή.
αρχιμ.Παύλος Παπαδόπουλος
Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014
Κυριακάτικο πρωινό στο πάρκο...
Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου, δάσκαλο, συγγραφέα
Το μικρό κοριτσάκι ανέβηκε αργά αργά στην κούνια του άδειου από παιδιά πάρκου. Τα πεσμένα κιτρινισμένα φύλλα από τα γύρω πλατάνια μαζεύονταν στις γωνιές στροβιλιζόμενα από το ψυχρό βοριαδάκι του Νοεμβρίου. Καθώς η μικρή αιωρούνταν νωχελικά, ούτε που καταλαβε ότι για μια στιγμή τα πλούσια μακριά καστανά της μαλλιά είχαν μπλεχτεί για λίγο στις αλυσίδες της κούνιας.
Το βλέμμα της, σε εκφραστική αντίθεση με το σώμα της που πηγαινοερχόταν μπρος-πισω, έμενε καρφωμένο κάπου πολύ μακριά... Ήταν τόσο απορροφημένη στις παιδιάστικες αθώες σκέψεις της, τόσο που δεν κατάλαβε καν το χάδι. Ήταν τόσο περίεργα γι΄αυτήν τούτη η Κυριακή στην εκκλησία. Πρώτη φορά κάθισε με τη θεία στις πρώτες θέσεις. Πρώτη φορά είδε ότι οι συγγενείς της μοίραζαν και γλυκό σιτάρι στο τέλος. Πρώτη φορά άκουσε πως η μαμά της μπορεί να είναι πια άγγελος στον ουρανό! Α, ναι! Σήμερα ήταν και η πρώτη μέρα που το καντηλάκι στο δωμάτιο της μαμάς ήταν σβηστό. Η γιαγιά είπε πως η μαμά σήμερα θα έβλεπε το Χριστό, δε χρειαζόταν πια λαδάκι.
Μια νέα γυναίκα με ένα μακρύ γαλάζιο φόρεμα, είχε προβάλει πίσω απ΄την αλέα στην άκρη του πάρκου κι αφού πλησίασε κοντά στο παιδί, την κοίταξε εξεταστικά μέσ΄ από τα κατάμαυρά της μάτια που πλαισιώνονταν από τα χλωμά, σχεδόν κατάλευκά της μάγουλα. Και τότε σήκωσε το σχεδόν διάφανο χέρι της και χάιδεψε τρυφερά τα μαλλιά της μικρής. Αφού κάποιο δάκρυ πήγε και στάλαξε στο μάγουλό της, τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε, απομακρύνθηκε γοργά, με έναν τρόπο που φάνταζε στα μάτια μου σαν να μην πατούσε στο χώμα! Και τότε είδα να χάνεται ξαφνικά, να εξαφανίζεται καλύτερα, από το οπτικό μου πεδίο... Μα το κεφάλι μου πονούσε σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη μέρα. Αυτά τα καινούρια φάρμακα που έπαιρνα ίσως μου φέραν παραισθήσεις. Ίσως....
Λιγα λεπτά της ώρας αργότερα, μια μαυροφορεμένη κυρά βγήκε από το μικρό καφενεδάκι του πάρκου αφήνωντας την πόρτα του για λίγο ανοιχτή. Μέχρι τότε δεν είχα αντιληφθεί ότι εκεί μέσα υπήρχαν θαμώνες. Το αντίθετο, πίστευα πως ήταν κλειστό. Από την ανοιχτή ξύλινη πόρτα του μαγαζιού αυτού ξεχώρισα κάποια σποραδικά λόγια της εκεί συντροφιάς. Τότε κατάλαβα.... “Η καϋμενούλα η μικρή!
Κατάλαβε άραγε αν θα ξαναδεί τη μανούλα του;”, άκουσα μια ψιλή γυναικεία φωνή. Μια άλλη φωνή απάντησε, μα ο αέρας δεν έφερε τη φωνή ξεκάθαρα στ΄αυτιά μου. Πάντως διέκρινα κάποιες λέξιεις: “ είναι νωρίς ακόμη... λίγο παραπάνω από μήνας ... η ζωή συνεχίζεται” και κάτι τέτοια. Κάθε απορία μου έσβησε όταν μια ευτραφής κυρία βγαίνοντας κι αυτή από το καφενείο είπε στη διπλανή της: “Άλλο να πας σε μνημόσυνο για γέρο κι άλλο για νέα γυναίκα, Καλλιόπη μου!”.
Η μαυροφορεμένη κυρία κατευθύνθηκε στην κούνια, πήρε τη μικρή απ΄το χέρι, την κατέβασε και κατευθύνθηκαν προς την έξοδο του πάρκου. Πριν βγουν στη δημοσιά, τα πρώτα, μα και τελευταία λόγια που άκουσα από το κοριτσάκι έφτασαν στ΄αυτιά μου, την ώρα που έβγαινε πιασμένη πάντα από το χέρι της μεσήλικης κυρίας: “Στο σπίτι πάμε θεία; Να΄ρθε άραγε η μανούλα;”
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)